Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Αναγνωστικό Ημερολόγιο 2011 - Νοέμβριος (11)


Ο Νοέμβριος είναι ένας μήνας αφιερωμένος στον εαυτό μου (τα γενέθλια γαρ) και στο NaNoWriMo. Έτσι ή αλλιώς δηλαδή όχι στο διάβασμα. Κι όμως κάποιες φορές φτάνω να διαβάσω περισσότερα βιβλία το Νοέμβρη απ’ ότι τον Αύγουστο που πάω διακοπές. Φαίνεται ότι λειτουργώ καλύτερα υπό αναγνωστική πίεση. Τι να πω.

Ταξίδι στην Αιωνιότητα,  Θόδωρος Καρζής. Περίμενα, δεδομένου του βιογραφικού και της ηλικίας του συγγραφέα, κάτι πιο... πώς να το πω, πιο γραφικό. Ωστόσο δεν είναι. Είναι σκαμπρόζικο, χαριτωμένο, ευφυές, με χιούμορ, με δεικτική διάθεση και κάθε του σελίδα μπορεί να περιέχει από μία έως δύο φράσεις που μπορούν να γίνουν ευφυολογήματα σε ποστ στο facebook. Χωρίζεται σε δύο μέρη, την περιήγηση του Μήτσου εξ Αθηνών στο υπερπέραν, μετά το θάνατό του (εξαιρετικό, δε μπορείς να σταματήσεις να το διαβάζεις) και τρεις διαλόγους που έχει ο Μήτσος, δύο με το Θεό και μία με το Διάβολο. Αυτοί είναι λιγότερο πετυχημένοι, αλλά καταφέρνει να περάσει τα νοήματα που θέλει, που προσωπικά είναι αρκετά του γούστου μου, με την έννοια ότι διατηρούν τις ισορροπίες, ψάχνοντας για την αλήθεια και μόνο γι' αυτήν. Κορυφαία η σκηνή που ο Μήτσος αποφασίζει σε ποιον άλλο κόσμο θέλει να πάει, των παλιών θεών, του Θεού ή του Αλλάχ. Συστήνεται ανεπιφύλακτα.

Η Συνέντευξη, Παύλος Μεθενίτης. Δεν ξετρελάθηκα. Ήταν μια συνηθισμένη ιδέα -για το χώρο του φανταστικού κι όχι για το χώρο του mainstream που υποτίθεται ότι κυμαίνεται το βιβλίο-, που θα μπορούσε όμως να δώσει κάτι πολύ δυνατό. Δεν υπάρχει δα έλλειψη ταλέντου ή δυνατοτήτων από πλευράς συγγραφέα -αν εξαιρέσει κανείς κάποια ολισθήματα που ανήκουν στη χρήση της καθομιλουμένης, που όμως συγχωρούνται λόγω του ότι μιλάμε για 180 σελίδες μονόλογο. Όμως η επιλογή της οπτικής γωνίας -πρωτοπρόσωπη αφήγηση, στα πλαίσια μιας μαγνητοφωνημένης συνέντευξης, από την οποία ακούγεται μόνο ο ήρωας- ήταν ό,τι χειρότερο. Πρώτη φορά στη ζωή μου διαβάζω ένα βιβλίο που να έχει μια αξιοπρεπή ιδέα, αξιοπρεπείς χαρακτήρες, αξιοπρεπή γλώσσα και να καταστρέφεται ως αποτέλεσμα από την επιλογή της οπτικής γωνίας. Σε σημείο που καταντάει ένα αδιάφορο ανάγνωσμα.

Μινώκερος, Αλκμήνη Ψιλοπούλου. Το τελείωσα μετά από πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια. Πάρα πολύ μεγάλο βιβλίο για την πλοκή του, γεμάτο με ένα σωρό δημοσιογραφικές πληροφορίες για το Λαύριο, ανακατεμένες και σκόρπιες εδώ κι εκεί, ένα μπούκωμα από ιστορικά στοιχεία που κουράζει αφάνταστα. Η ίδια η ιστορία, κάργα μέσα στα όρια της φανταστικής λογοτεχνίας είναι πολύ ενδιαφέρουσα, αλλά άμα διαβάζω έξι σελίδες πλοκής για κάθε εξήντα στοιχείων, δε θα έχω άδικο να το παρατήσω (που δεν το παράτησα τελικά για τους γνωστούς δικούς μου ψυχαναγκαστικούς λόγους). Σκεφτείτε το εξής: με σκ@τ@ να μου σερβίρεις γεωλογική ιστορία, εγώ θα τη φάω. Ε, αυτήν δεν την έφαγα. Συστήνεται μόνο σε όσους έχουν μεγάλη υπομονή και ενδιαφέρονται για το ακριβές ποσό των χιλιάδων τόνων μεταλλεύματος που έβγαινε, τότε και τώρα. Απ' όσο μπορώ να καταλάβω, σε δεύτερο επίπεδο, είναι ένα φανταστικό tribute στο μέρος που επέλεξε να ζει η συγγραφέας. Απλά από ένα σημείο κι ύστερα, καλό θα ήταν η δημοσιογραφία να μην περνάει αυτούσια τη γλώσσα και τις νόρμες της στη λογοτεχνία.

Οι Ιχνηλάτες Του Σκότους, Νίκος Φαρούπος: Διηγήματα τρόμου, και μάλιστα τα πιο πολλά είναι ολοκάθαρα και ντόμπρα Κθουλιανός τρόμος. Σταθερή υψηλού επιπέδου γραφή, καλές ιδέες, προβλήματα με το στήσιμο ή την αληθοφάνεια κάποιες φορές, αλλά σε γενικές γραμμές ένα ευχάριστο και εποικοδομητικό ανάγνωσμα. Όποιος μου ξαναπεί ότι δεν εκδίδονται συλλογές διηγημάτων "γιατί δεν πουλάνε" θα τον ρωτήσω, αυτό γιατί το εξέδωσε, ε;

Το Φάντασμά Της, Κωστής Γκιμοσούλης: Η καλή χρήση του λόγου δεν το σώζει, ούτε και τα ψυχογραφήματα. Αποτελείται από:
1) ένα μέρος καθαρού tell, με ακατάσχετη πολυλογία μεταξύ των πρωταγωνιστών, όπου ο καθείς κάνει την ψυχανάλυσή του μέσω απίθανων καταστάσεων που αφήνονται χαλαρά στο φλου. Το suspension of disbelief είναι ανύπαρκτο και είναι το πιο δύσκολο κομμάτι, με την έννοια ότι θες ανά πάσα στιγμή να το κλείσεις και να πας για άλλα. Εμπεριέχει μερικές σκηνές σεξ που αντικατοπτρίζουν αυτό που κάθε άντρας ονειρεύεται να του συμβεί κι όχι αυτό που κάθε γυναίκα -με τη συγκεκριμένη ψυχοσύνθεση- θα έκανε.
2) ένα μέρος ταξιδιωτικό οδηγό της νότιας ακτής της Πελοποννήσου. Ενδιαφέρον και περιγραφικό, αλλά παντελώς ασύνδετο ως στυλ με το προηγούμενο και χωρίς ουσιαστική προώθηση της πλοκής. Το σεξ εξακολουθεί, λίγο καλύτερο ίσως.
3) ένα τελευταίο μικρό μέρος ακαταλαβίστικης εξέλιξης, που υποτίθεται ότι κλείνει ιδανικά τα προηγούμενα.
Γενικά ένα βιβλίο με πολλά προβλήματα. Σαφώς ανήκει στο φανταστικό, αλλά δεν το θέλει πραγματικά.

Ο Ζωγράφος των Μαχών, Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε. Για χρόνια ο Ρεβέρτε ανήκε στους συγγραφείς που αγαπούσα πολύ, χωρίς λόγους, απλά και μόνο γιατί τα βιβλία του μπορούσα να τα διαβάζω κατανοώντας τα διαισθητικά. Μετά τον Λοχαγό Αλατρίστε τον είχα παρατήσει, γιατί παρά τις όποιες αντιρρήσεις μπορεί να φέρει ο φίλος μου ο Γιάννης Πλιώτας, είναι μακράν το πιο βαρετό βιβλίο που έχει γράψει. Το αμέσως λιγότερο βαρετό ήτα ο Ναυτικός Χάρτης, που είχε το ελάττωμα να απλώνεται σε 400 σελίδες, οπότε και τον παράτησα. Με τις 200 του Αλατρίστε είχα τη τεμπελιά να μη το παρατήσω καν.
Ο Ζωγράφος των Μαχών γυρίζει στα γνωστά μοτίβα του Ρεβέρτε. Ένα κακομοίρογλου, που ενώ έχει γυρίσει τον κόσμο και έχει μεγάλες γνώσεις πάνω σε ένα αντικείμενο, δυσκολεύεται με τις γυναίκες και είναι και αυτοκαταστροφικός. Είτε ετούτος ο Φάουλκες, είτε ο Κόρσο της Λέσχης Δουμά, είτε ο Κόυ του Ναυτικού χάρτη ή ο Κουάρτ του Αινίγματος της Σεβίλης, όλοι την ίδια πορεία έχουν και την ίδια κατάληξη τελικά. Και γι' αυτό παρά την πιασάρικη ιδέα του, τελικά δεν τα πολυκαταφέρνει. Δε λέω ότι δεν το διασκέδασα ή ότι δεν ήθελα πολύ να δω αν μάντεψα σωστά το τέλος. Αλλά αρχίζει και γίνεται προβλέψιμο κι αρχίζει να κάνει τον αντιήρωα βαρετό. Δε λέω ότι δεν έχει τα νοήματά του ή ότι δεν είναι τρομερά ενδιαφέρων ο τρόπος που εισάγει την ιστορία, αλλά βρε παιδί μου, μια στο τόσο θα ήθελα να έγραφε και για κανέναν που δεν είναι, ξέρω 'γω, κατεστραμμένος.
Και για να μην τον ρίξω η πιασάρικη ιδέα είναι η εξής: ένας πρώην φωτογράφος-πολεμικός ανταποκριτής, αποσύρεται σε έναν πύργο κάπου στις ακτές της Ισπανίας για να ζωγραφίσει μια τοιχογραφία-μνημείο σε όλους του πολέμους του κόσμου. Κάποια στιγμή τον επισκέπτεται ένας Βόσνιος, τον οποίο είχε παλαιότερα φωτογραφίσει ως στρατιώτη κι ο Βόσνιος του λέει ότι πρόκειται να τον σκοτώσει.  

Τραγούδια της Πολυνησίας. Λιτό και κακομεταφρασμένο, σαν όλα του τα αδελφάκια "Κείμενα των Λαών", αλλά ωστόσο μάλλον ανεκτίμητο.

Παραμύθια από τις Νότιες Θάλασσες, Anthony Alpers. Από τη σειρά των παραμυθιών της Απόπειρας. Καλό, ωραία μετάφραση και μπαίνεις στο νόημα. όταν όμως ξέρεις ότι πουθενά ο κύριος τέτοιος δεν αναφέρει τον Έλσντον Μπεστ, που είναι απλά κορυφή στο φολκλόρ των Μαορί, ε, κάπου αρχίζεις ν' αναρωτιέσαι γιατί.

The Maori division of time, Elsdon Best. Απίστευτα λεπτομερής και ξεκάθαρη πληροφορία, απίστευτος σεβασμός σε αυτό που πραγματεύεται. Έκδοση του 192-κάτι.

Maori Fortifications, Ian Knight, Osprey Fortress 81: Απόδειξη της ευστροφίας των ιθαγενών σε σχέση με τους αποίκους. Μάθανε τα όπλα (ήταν περίπου στη νεολιθική εποχή όταν τους βρήκε ο Κουκ), τα πήραν ο ένας ενάντια τον άλλον, κι όταν τους την έπεσαν οι Άγγλοι, είχαν ήδη αρκετή πείρα κι είχαν καταφέρει μέσα σε 20 χρόνια να αλλάξουν τον τρόπο που έφτιαχναν τα "κάστρα" τους, ώστε να εξυπηρετούν αυτόν τον τρόπο πολέμου.

The Maori As He Was: A Brief Account of Maori Life as it was in Pre-European Days, Elsdon Best. Είναι τρομερό να μπορείς μετά από τόσα και τόσα χρόνια να ξεχωρίζεις πότε ένας άνθρωπος γράφει σαν κατακτητής και πότε σαν λόγιος. Πολλοί από τους Μάορι experts που έχω διαβάσει αυτόν τον καιρό είναι κατακτητές και μόνο. Ο Μπεστ όμως είναι λόγιος. Είναι γεμάτος από αγάπη γι' αυτό που κάνει, κι επιπλέον δε θεωρεί ζώα τους ανθρώπους που μελετά. Το ότι σε κάποιες στιγμές τους λέει βάρβαρους ή άπλυτους, αυτό δε σημαίνει ότι δεν τους θεωρεί και ανθρώπους. Η λεπτομέρεια στη γραφή του και το λεπτό του χιούμορ κάνουν το βιβλίο ευχάριστο στο διάβασμα και τις σελίδες να ρέουν, παρά την συνειδητή προσπάθεια να μείνει σε καθαρά φιλολογικό επίπεδο η μελέτη. Παραθέτω χαρακτηριστικό απόσπασμα που αναφέρεται στον περίφημο χορό χάκα. Πιο πριν έχει πει, ότι οι γυναίκες αλλά και οι άντρες, λόγω του ότι δεν είχαν άλλον τρόπο να κουβαλάνε βάρη, παρά μόνο στην πλάτη τους, όταν γεράσουν τείνουν να περπατούν πολύ σκυφτοί, έως και διπλωμένοι στα δύο, αυτό σε συνδιασμό με το τατουάζ με τα μπλε χείλια των γυναικών:

Old women were often very prominent in these performances, and few uglier sights could be imagined than these old hags when leading a haka or wardance.

Γαμάτη εικόνα;

Επίσης διάβασα προς χάρην ερεύνης για το NaNoWriMo τα άρθρα:

- Maori symbolism: Being an account of the origin, migration, and culture of the New Zealand Maori Recorded in certain sacred legends, Ettie A. Rout & Hohepa Te Rake: Μάλλον κακή προσπάθεια εκ μέρους του αποίκου.
- Maori religion and Mythology, part 2, Elsdon Best: εξαίρετος ο Μπεστ, το ξανάπαμε.
- Maori numeration - The Vigesimal System, Elsdon Best: ομοίως. Η δε λεπτομέρεια είναι τρομερή.
- Starpaths: Linear Constellations in Tropical Navigation, Charlotte O. Kursh, Theodora C. Kreps: μάλλον δε μου χρειαζόταν αυτό, αλλά δεν έχασα και τίποτε
- List of Mataroa Patterns of Moko, H. G. Robley: Πολύ χρήσιμο για μένα.
- The Maori System of Measurment, Elsdon Best: επίσης πολύ χρήσιμο, αλλά και πολύ διασκεδαστικό!
- Maori Canoe-sail in the British Museum (Additional Notes), Te Rangi Hiroa: Δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτε...

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Αναγνωστικό Ημερολόγιο 2011 - Οκτώβριος (9)

Κάτι που γενικά δεν είναι και πολύ εμφανές ή έκδηλο σε αυτές τις σελίδες του αναγνωστικού μου ημερολόγιου είναι ότι η σειρά με την οποία παρουσιάζονται τα βιβλία δεν είναι τυχαία. Σε γενικές γραμμές προσπαθώ να βάζω πρώτα τα βιβλία που ανήκουν στο ελληνικό φανταστικό, έπειτα τα ελληνικά βιβλία  γενικής λογοτεχνίας (της επονομαζόμενης και mainstream), μετά τα ξένα φανταστικά και τέλος εκείνα που είναι είτε μελέτες είτε δοκίμια, που γενικά δεν ανήκουν στη λογοτεχνία καθεαυτή.

Επίσης προσπαθώ πολύ σκληρά να βάζω εντός της κάθε κατηγορίας πρώτα εκείνα που μου άρεσαν κι ύστερα εκείνα που δε μου άρεσαν. Αυτό φυσικά δε γίνεται πάντα. Αλλά προτιμώ πραγματικά να ξεκινάω με τα καλά νέα.

Η μέρα που η Αμερική εξαφανίστηκε, Γιώργος Ζαρκαδάκης. Είχα διαβάσει και παλιότερα Ζαρκαδάκη, τα «Μυστικά των Χωρών Χωρίς» και το «Πέρασμα» και τολμώ πλέον να τον καταχωρίσω ξεκάθαρα στην ελληνική επιστημονική φαντασία. Πρόκειται για συλλογή διηγημάτων. Έχει πολύ ωραία γλώσσα, πολύ ωραίους και κομψά σκιαγραφημένους χαρακτήρες, ενδιαφέρουσες πλοκές και μήνυμα στα κείμενά του. Νομίζω ότι είναι κατάφορα αδικημένος από μας που διαβάζουμε ελληνική φανταστική λογοτεχνία. Κατάφορα.

Η Τέφρα της Ψυχής, Γιάννης Γιαννακαρώνης. Πολύ μικρά κείμενα, με αλλοπρόσαλλη δομή και γραμματική (ένα μπέρδεμα με τους χρόνους υπάρχει σε όλα, και στα 18) και πολλές φορές χωρίς σαφή κεντρική ιδέα, ή με ελλείψεις σε σημαντικά τεχνικά σημεία (π.χ. κάποια δεν έχουν αρχή, κάποια δεν έχουν μέση, κάποια δεν έχουν τέλος και πολλά δεν έχουν σύνδεση μεταξύ πρώτου και δεύτερου μέρους). Γενικά όλη η καλή πρόθεση να συνδεθεί η λογοτεχνία φαντασίας με τραγούδια μέταλ, αλλά από αποτέλεσμα, μηδέν.

Μπόραθ, Το μυστικό όπλο, Μέρος Πρώτο: Συνωμοσία, Γιάννης Καμπουρόπουλος. Κακό sixties pulp, εφηβική αντίληψη του πώς φτιάχνεις μια πλοκή, άπειρες, ανούσιες κι αδιάφορες και info-dump υποσημειώσεις, χαρακτήρες-καρικατούρες, τρεις σελίδες διαλόγου σε τεχνητή γλώσσα* και τύπου Τζεντάι Φύλακες του μυστικού. Το καθαρά λογοτεχνικό κομμάτι (με την κυριολεξία της λέξης, όπου λογοτεχνία είναι η τέχνη του να χρησιμοποιείς σωστά το λόγο) είναι ανύπαρκτο και η πλοκή είτε εξαιρετικά πολύπλοκη, είτε υποτυπώδης.

* Ένα παράδειγμα τριών φράσεων από το διάλογο που κρατάει, επαναλαμβάνω, τρεις σελίδες. Διατήρησα την ορθογραφία, τον τονισμό και τα τυπογραφικά λάθη.

"Νόετ νι χούμοεθ Κρίστανιι σεφίιλ νίιφεο;" [Γιατί οι Κριστάνιοι έχουν τέτοια ανοιχτά σκάφη;] απόρησε δείχνοντας τη μία άκατο.
Η Λούλα την κοίταξε.
"Εμ... Κρίσταν'ι... ε... Νέμ οσόχθεε τίι Κρίστανιι αλούσεφ ίι..." [Δεν τους επιτρέπουν οι άλλοι να κοιτούν σκαφιστά...] αποκρίθηκε κομπιάζοντας.
Η Χετ την κοίταξε. Χαμογέλασε ζεστά κι έγειρε το κεφάλι της στο πλάι μορφάζοντας ευγενικά, σαν να εννοούσε ότι κάτι ήταν λάθος.
'Νέμ 'αλούσεφ ίι'... Ετ: αλόο σέφ ιν!" [Όχι "να κοιτούν σκαφιστά". "Να έχουν κανονικά".]
"Αυτό..." είπε γελώντας η Λούλα.

e-drugs, Θοδωρής Καραγεωργίου. Απλή στρωτή γλώσσα, ενδιαφέροντες χαρακτήρες (αν και θα χρειαζόταν λίγο tell ακόμη, αντί του show, αλλά σαφώς σε μεγαλύτερο κείμενο), ντελικάτες διασυνδέσεις μεταξύ των διηγημάτων, και λίγο εξεζητημένες πλοκές. Από τη μία ξέρω ότι θέλει λίγο δουλειά ακόμη. Από την άλλη διαβάζεται πάρα πολύ ευχάριστα και πάρα πολύ εύκολα και με όλες του τις συναισθηματικές διακυμάνσεις. Η σκηνή όπου μαθαίνουμε ότι ο τραγικός ήρωας ενός διηγήματος είναι στην πραγματικότητα ο sim ήρωας ενός άλλου προσώπου είναι από τις πιο δυνατές, παρά τις τρυπούλες αληθοφάνειας.

Ο Βομβιστής του Παρθενώνα, Χρήστος Χρυσόπουλος. Ένα παράδοξο κείμενο, που μάλλον δεν ανήκει στην Εναλλακτική Ιστορία όπως πίστευα, αλλά έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον. Δε μπορώ να πω ότι ξετρελάθηκα ή ότι εκτίμησα την ιδιόρρυθμη τεχνική, αλλά ήταν κάτι διαφορετικό. Δε νομίζω -ειρήσθω εν παρόδω- ότι θα διαβάσω άλλο βιβλίο του όμως.

Ο Ιούλιος και το Γκόλεμ και κάποια άλλα μικρά κείμενα, Γιάννης Θ. Μάζης. Νομίζω ότι είναι ο ίδιος που έγραψε τα «Μυστικά Ημερολόγια της Νήσου Σολέμνις», που είχα αγαπήσει πολύ. Ετούτο, αν και το πήρα για φανταστικό, δεν είναι. Από την άλλη η γραφή είναι πολύ ενδιαφέρουσα, σχεδόν αυτόματη κάποιες φορές, αλλά και μεστή από συναισθήματα. Το μόνο μειονέκτημα, αν μπορεί να θεωρηθεί μειονέκτημα, είναι μια κάποια υπερβολικά ρομαντική διάθεση των ηρώων του. Υποθέτω ότι είναι θέμα γούστου, από ένα σημείο κι έπειτα.

Η Αμάντα και ο Εξωγήινος, Ρόμπερτ Σίλβερμπεργκ. Αρχίζω (μετά από χρόνια) να καταλαβαίνω τι με ενοχλεί στον Σίλβερμπεργκ: μια εμμονή με το θάνατο και τη αποξένωση, με την απομόνωση και το προσωπικό κουκούλι του καθενός. Νομίζω ότι το Γεννιόμαστε με τους Νεκρούς είναι σημαδιακό σχετικά με τον τρόπο σκέψης του, που απλά διαρρέει στα άλλα του έργα.

Άγρια νύχτα, Νόρμαν Σπίνραντ, την έκδοση του ΠαραΠέντε, από τη σειρά In Orbit. Το ομώνυμο το είχα διαβάσει σε μια άλλη έκδοση, πάλι του ΠαραΠέντε, οπότε διάβασα μόνο το μικρό διήγημα Η Παλιά Καλή Εποχή. Ο Σπίνραντ, τελικά είναι πάντα ο Σπίνραντ: σκληρός και ταυτόχρονα τρυφερός.

Maori Religion and mythology, Edward Shortland. Είναι μάλλον αρχαίο (1882), αλλά πέντε πράγματα που ήθελα να τα πιάσω, τα έπιασα.

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Επιστροφές

Κι άλλες φορές έχω αφήσει αυτό το ιστολόγιο ανενημέρωτο. Πάντα επιστρέφω.

Έτσι και τώρα έχω πολλά πράγματα που χρωστάω  να ενημερώσω. Κριτικές, αναγνωστικά ημερολόγια, νέα που έμαθα, πράγματα που έγραψα. Ελπίζω να τα καταφέρω να κλείσω όλες τις τρύπες που έχω αφήσει εντός της επόμενης εβδομάδας. Τόσες που είναι θέλω τουλάχιστον μια ανάρτηση την ημέρα για να πω ότι σε δέκα μέρες θα έχω τελειώσει.

Ξεκινάω με μια ανακεφαλαίωση της κίνησης στο συγγραφικό επίπεδο. Καταρχήν τελείωσε -σχεδόν- η πρώτη γραφή της Παρέσσας, του τελευταίου βιβλίου των Σκοτεινών Παρχαριών. Και λέω "σχεδόν" γιατί είχα φτάσει σε ένα σημείο όπου δεν άντεχα άλλο να το γράφω, ένα σημείο όπου ξέρεις ότι αυτά που γράφεις, όταν μπαλωθούν οι τρύπες της πλοκής στα προηγούμενα βιβλία, θα γίνουν άμεσα φύρα για το κείμενο. Αυτή η γραφή έληξε στις 160.000 λέξεις, όχι πολύ περισσότερες απ' όσες υπολόγιζα αρχικά. Η τελική μάχη -my arch-nemesis που λένε και στα κόμικς- είχε σχετικά οργανωμένη, απλά κακογραμμένη κι αυτό το τελευταίο μπορώ να διορθώσω ευκολότερα απ' ότι αν ήταν άσχημα οργανωμένη. Διορθώσεις δε θα ξεκινήσω άμεσα, αλλά σίγουρα θα ξεκινήσω εντός του 2012. Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος, βεβαίως-βεβαίως.

Οι τελευταίες λέξεις της Παρέσσας γράφτηκαν στις 23 του Οκτώβρη. ΄Ισα-ίσα μου έμεναν οχτώ μερες για να προετοιμαστώ για το NaNoWriMo. Για το τι είναι το NaNoWriMo, τα έχουμε πει κι εδώ κι εδώ κι εδώ. Η φετεινή νουβέλα είχε τίτλο Στάλα Δάκρυ, ήταν όπως πάντα φάντασι και διαδραματίζεται σε έναν κόσμο που μοιάζει με την προ-αποικιακή Νέα Ζηλανδία. Ήταν αρκετά δύσκολο να μπω στην νοοτροπία των Μαορί, δεδομένου ότι και βρίσκονταν στη λίθινη εποχή όταν εμφανίστηκαν οι Ευρωπαίοι και έχουν εντελώς διαφορετική αντίληψη του τι είναι τάπου, δηλαδή ιερό. Νομίζω ότι σαν πρώτη γραφή είμαι αρκετά ικανοποιημένη, πράγμα που αντικατοπτρίζει και το πόσο διάβασμα έριξα (και θα ρίξω όταν το διορθώσω) για να μπορέσω να μπω στο πετσί των ρόλων. Κι όπως λέει και το σηματάκι δίπλα, τα κατάφερα και φέτος. Πέντε στα πέντε. Κι όχι μόνο της πείρας, τρομάρα της, αλλά γιατί στο sff.gr που είμαι μέλος είχαμε μια φανταστική συναγωνιστική ατμόσφαιρα φέτος, που ως τώρα έχει αποδώσει εφτά νικητές, δύο περισσότερους από κάθε άλλη χρονιά, σύν τους δύο ή τρεις που επριμένουμε να τερματίσουν σήμερα. Ε, είναι γλυκιά η στιγμή που σηκώνεις τα χέρια σου από το πληκτρολόγιο και λες τελείωσα. Πολύ γλυκιά.

Έτρεξα και μερικά διηγήματα. Όχι πολλά, ένα ή δύο. Σχετικά ικανοποιημένη κι από 'κεί.

Αναγνωστικά τα πράγματα ήταν πολύ ενδιαφέροντα και μου προκάλεσαν πολλές σκέψεις. Πέρα από ό,τι χρειάστηκα για τη Στάλα Δάκρυ, ανακατεύτηκα πολύ με τα βιβλία μου. Αυτά όμως θα τα πούμε αναλυτικά, και για τον Οκτώβρη και για το Νοέμβρη, εντός της εβδομάδας ίσως. Όπως επίσης -την άλλη εβδομάδα όμως- θα αφιερώσω από ένα ποστ για τα βιβλία που με εντυπωσίασαν περισσότερο από την αρχή του χρόνου. Βιβλία που αξίζει τον κόπο να σπαταλήσει κανείς το χρόνο του και να τα κοιτάξει με άλλο μάτι.

Τέλος, υπάρχουν κάποια νέα στο χώρο του ελληνικού φανταστικού που δε γίνεται να μην τα αναφέρεις. Κι αυτά θα τα κουβεντιάσουμε επίσης σύντομα.

Οι επιστροφές, λένε, εμπεριέχουν ένα ψήγμα ήττας κι ένα ψήγμα νίκης. Δεν ξέρω τι από τα δύο είναι το ισχυρότερο σε ετούτη την επιστροφή. Σε κάθε περίπτωση, η επιστροφή έχει ήδη συντελεστεί. Μένιε να δούμε και τα αποτελέσματά της.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Αναγνωστικό ημερολόγιο 2011 - Σεπτέμβριος (10)

Όλο και περισσότερο νιώθω να με απογοητεύει η ανάγνωση βιβλίων ελληνικού φανταστικού. Όλο και περισσότερο πιέζω τον εαυτό μου να διαβάζει κακότεχνα κείμενα, τα οποία, με τη δικαιολογία ότι γράφουν φανταστικό, οι συγγραφείς τους επιμένουν να τα κατακρεουργούν ως προς τη γλώσσα, την πλοκή, την ιδέα, τους χαρακτήρες και την τεχνική. Όλο και περισσότερο νιώθω την ανάγκη να παρακαλέσω τους επίδοξους συγγραφείς να πάρουν πρώτα μια ειλικρινή γνώμη από κάποιον που διαβάζει πριν αποφασίσουν να τιμωρήσουν το εκδοτικό κατεστημένο περιμένοντας να γίνουν μια best-seller αυτοέκδοση.

Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού, προσπαθήστε παρακαλώ πρώτα να είστε συγγραφείς και μετά «φανταστικοί». Φαντασία δε σημαίνει φαντασίωση ότι γράφεις σαν τον Καζαντζάκη ενώ στην πραγματικότητα γράφεις εκθέσεις της τετάρτης δημοτικού. Επίσης συγγραφέας δεν είναι όποιος έχει εκδώσει κάτι, με οποιοδήποτε κόστος. Βγείτε παρακαλώ από τη ροζ σαπουνόφουσκά σας και εξασκηθείτε στο γράψιμο, στους χαρακτήρες, στη λογική, γαμώτι μου. Η φαντασία δεν είναι παράλογη, είναι απλά φαντασία.

Και το αστείο είναι ότι εγώ θα συνεχίσω να διαβάζω. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά θα συνεχίσω και να γράφω και θα συνεχίσω και να προσπαθώ να εκδώσω τα κείμενά μου. Μπορεί να μην είναι για Νόμπελ, αλλά σίγουρα είναι καλύτερα από τα περισσότερα βιβλία ελληνικού φανταστικού που έχω διαβάσει ως τώρα. Κι αυτό το λέω με γνώση των συνεπειών του νόμου, πάει να πει σας επιτρέπω να με πείτε ψώνιο ή ότι άλλο σαν κατέβει στο μυαλό. Σίγουρα θα είναι λιγότερο ευφάνταστο από αυτά που θα μπορούσα να πω εγώ.

Και ξέρετε και κάτι άλλο; Ε λοιπόν, ναι, εγώ θα συνεχίσω να λέω τη γνώμη μου είτε ιδιωτικά, είτε δημοσίως, σχετικά με τα βιβλία που διαβάζω. Και πάρτε το χαμπάρι, ακόμη κι ένα κράξιμο μπορεί να σας κάνει καλύτερους.

Ο Άρχοντας του Χρόνου, Η Αρχή του Τέλους, Παντελής Σκουρλάς: Κακογραμμένη επιστημονική φαντασία, που πέφτει κάπου ανάμεσα στην επιστημονική φαντασία, τη Μηχανή του Χρόνου του Γουέλς και τον Νταν Μπράουν. Στον επίλογο απειλεί για άλλα οχτώ βιβλία και στο εξώφυλλο ενημερώνει ότι αυτό που έχω εγώ είναι η Β' Έκδοση. Αναρωτιέμαι τι τιράζ είχε η πρώτη.

Celestia, Απόστολος Αποστόλου: Εφηβική λογοτεχνία λέει στο εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο μιλάει για φανταστικό. Δυστυχώς, ούτε κι αυτό είναι καλογραμμένο. Η πλοκή είναι υποτυπώδης, με πολλά λάθη, οι χαρακτήρες καρικατούρες, η γραφή κάτω του μετρίου. Το ότι αυτοχαρακτηρίζεται ως εφηβικό θα έπρεπε να του απαγορεύει να είναι έστω μέτριο, τα παιδιά αξίζουν πάντα το καλύτερο κι αυτό το βιβλίο δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να τους δώσει κανείς.

Naradel, Η μάχη της Σκιάς και τα αρχαία μυστικά, Angela G. Pitlinger: Δεν είμαι σίγουρη σχετικά με το ποιο κοινό στοχεύει το βιβλίο. Σαφώς-σαφέστατα η γραφή είναι ιδανική για παιδιά από δέκα έως δώδεκα ετών, σε σημείο που αναγνωρίζω και αρκετά σημεία που λειτουργούν διδακτικά με ωραίο τρόπο. Θεωρώ όμως ότι μερικές σκηνές βίας είναι κάπως τραβηγμένες γι' αυτές τις ηλικίες (αποκεφαλισμοί, ακόμη και ένας τοκετός on-screen). Η ίδια η ιστορία είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, αλλά κάποιες φορές αλλάζει απότομα σκηνικό και κάπως με μπερδεύει. Οι 450 σελίδες του με τρόμαξαν αρχικά, αλλά είναι πολύ ευκολοδιάβαστες και τρέχουν νεράκι. Από την άλλη οι χαρακτήρες δε μπορώ να πω ότι με ενθουσίασαν. Είναι αρκετά διακριτοί ο ένας από τον άλλο, αλλά και πάλι με τρόπο παιδικό. Οι διάλογοι επίσης δε με ενθουσίασαν, για να πω την μαύρη αλήθεια τους βρήκα εντελώς προσποιητούς, ξύλινους. Αλλά για μένα το μεγαλύτερο ελάττωμα του βιβλίου είναι το ότι, αν απευθύνεται σε παιδιά, έχει πάρα πολλά σημεία που τους μεταφέρει απαράδεκτα νοήματα. Όπως ας πούμε ότι αν είσαι με τους καλούς έχεις το δικαίωμα να βασανίζεις και να σκοτώνεις αιχμαλώτους ή ότι σου επιτρέπεται να δολοφονείς κάποιον με φρικτό μαγικό τρόπο, επειδή ο ίδιος είναι δολοφόνος. Ίσως ανοίγουμε μεγάλη κουβέντα εδώ, αλλά πραγματικά ήταν ένα σημείο πολύ δύσκολο για μένα, δύσκολο να το ανεχτώ. Θα μπορούσα όχι μόνο να το ανεχτώ αλλά και να το αγαπήσω, αν η γραφή απευθυνόταν σε ενήλικες. Τότε θα ήταν μια πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή του γκρίζου, έναντι του συνήθους άσπρου-μαύρου. Αλλά αν απευθύνεται σε παιδιά, είναι μάλλον ατυχής επιλογή.

The Adamantine Palace, Stephen Deas: Άλλη μια ν-λογία, αλλά δε με χαλάει. Έχει ωραίους χαρακτήρες και πολύ ενδιαφέρουσα άποψη σχετικά με το τρόπο που μπορεί μια ανθρώπινη κοινωνία να δαμάσει δράκους. Και η πλοκή του είναι όλο πολιτικές ανατροπές. Αυτό που ήταν μάλλον ένα σκαλάκι κατώτερο ήταν ο τρόπος με τον οποίο ερωτεύονται οι χαρακτήρες του. Οι συναισθηματικές σκηνές δηλαδή, γιατί στις σεξουαλικές τα πάει καλά. Γενικά ένα άνω του μετρίου μοντέρνο φάνταζι. 

Σόλομον Κέιν, Κόκκινες Σκιές, Robert E. Howard: Πέραν που είμαι φανατικιά γκρούπι του θείου Μπομπ, ό,τι κι αν έχει γράψει, θυμήθηκα ένα σωρό ιστορίες που τις είχα διαβάσει στα νιάτα μου και συγκινήθηκα. Ειδικά το Φτερούγες μες τη Νύχτα, μακράν το αγαπημένο μου διήγημα.

 The Hundred Thousand Kingdoms, Book One of the Inheritance Trilogy, N. K. Jemisin: Είμαι κάπως διχασμένη σχετικά με το αν μου άρεσε ή όχι. Σαφώς είναι καλογραμμένο, με πολύ εντυπωσιακές σκηνές μαγείας ή μάχης ή συναισθημάτων και πολύ ωραίους χαρακτήρες, αλλά ξέρω ‘γω, μετά τις πρώτες 150 σελίδες από fantasy καταντάει fantas-ίωση. Δηλαδή, η κακομούτσουνη, μαυριδερή μιγάδα, που είναι και εγγονή του "αυτοκράτορα" και που την ερωτεύεται ο θεός του σκοταδιού... Ξέρω ‘γω, πολύ θα ήθελα να το λατρέψω, αλλά μπορώ μόνο να το ευχαριστηθώ. Πολύ καλά μασκαρεμένος στρατευμένος φεμινισμός για τα γούστα μου.

 Ο Μέγας Θεός Παν, Άρθουρ Μάχεν: Μια συλλογή διηγημάτων που περιέχει και την περίφημη «Νουβέλα της Άσπρης Σκόνης», καθώς και τους «Τοξότες». Μπαρόκ αίσθηση, στα όρια του ενοχλητικά παλαιομοδίτικου, ονειρικές εικόνες και ο ασαφής τρόμος που προϋπάρχει του κόσμου. Παρατήρησα (έχω διαβάσει κι άλλα βιβλία του Μάχεν, αλλά εδώ το συνειδητοποίησα πρώτη φορά) ότι παρά την βικτωριανή-παύλα-πουριτανική αντιμετώπιση των ιστοριών του, ωστόσο κάποιες φορές δε διστάζει να επεκταθεί στις περιγραφές του, ειδικά όταν πρόκειται για το σπλάττερ της εποχής. Χμ. Me gusta. Σημείωση της μουρλής: η νέα έκδοση του Αιόλου είναι μια από εκείνες τις ατυχείς επιλογές κόλλας βιβλιοδεσίας, που μυρίζει σαν εμετός. You have been warned.

 Η μέτρηση του κόσμου, Ντάνιελ Κέλμαν. Μια καταπληκτική, παράλληλη αφήγηση (που όπως λέει κάποια στιγμή ο ένας από τους δυο πρωταγωνιστές, τέμνεται αν και παράλληλη) της ζωής του Αλεξάντερ Φον Χούμπολτ και του Καρλ Φρίντριχ Γκάους. Μια ιστορία δύο ανθρώπων που ενώ πασχίζουν να μετρήσουν τον κόσμο, να τον κατανοήσουν, στην ουσία δεν πρόκειται να τον καταλάβουν ποτέ. Πολύ ζωντανοί χαρακτήρες, ένας ιδιαίτερος τρόπος να γράφει διαλόγους και μια συνεχής εναλλαγή μεταξύ θλίψης και οργής. Ένα βιβλίο που περίμενα πολλά χρόνια να το διαβάσω, και δεν ξέρω αν λυπάμαι που άργησα να το διαβάσω ή χαίρομαι που το διάβασα τώρα, με τη όποια αλλαγή στο χαρακτήρα μου προέκυψε στα τέσσερα χρόνια από την έκδοσή του.



Οι Κόσμοι της Φωτιάς, Γιώργος Μπαλάνος. Νόμιζα ότι ήταν λογοτεχνία, δεν ήταν. Απολαυστική γραφή όπως πάντα, όμως. Γενικά, αυτού του είδους τα βιβλία παλαιότερα με εξόργιζαν με τις εξωφρενικότητές τους, τώρα πια τα βρίσκω απλά χαριτωμένα και τα χρησιμοποιώ ως πηγές έμπνευσης για διηγήματα φαντασίας. Πάντως είναι σαφώς πιο καλογραμμένο από κάτι άλλα που είχα διαβάσει στο παρελθόν, όπως πχ. το Τσουνάμι, το Μεγάλο Κύμα ή την Αποκρυπτογράφηση του Δίσκου της Φαιστού.

 Η Σκιά του Κθούλου, Γιώργος Μπαλάνος. Σχόλια ό,τι έγραψα για τους Κόσμους της Φωτιάς, μια παράγραφο παραπάνω, ισχύει και στην περίπτωση της Σκιάς του Κθούλου.