Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Το Τραγούδι του Ζητιάνου της Φωνής

Δεν ξέρω κατά πόσο ακούγεται αστείο ή αναμενόμενο αυτό, αλλά αγαπώ πάρα πολύ τα δημοτικά τραγούδια. Δεν ξέρω καν το γιατί, ίσως επειδή το δεκαπεντασύλλαβο ιαμβικό είναι συνυφασμένο με ανθρώπους που αγαπώ, ή ακόμη μπορεί να φταίει η προτίμησή μου για την τραχιά παράδοση. Γεγονός πάντως είναι ότι έχω άπειρες φορές προσπαθήσει να γράψω κάτι που να μοιάζει με δημοτικό τραγούδι, με όχι και τόσο αξιοπρεπή αποτελέσματα τις περισσότερες φορές. Όπως αυτή εδώ, που γράφτηκε στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης ιστορίας (ίσως κάποια φορά με πιάσει η νοσταλγία και σας τα διηγηθώ για να γελάσετε) και που τραβάει κάπως σε μάκρος, αλλά τελικά βρίσκει μια κάποια λύση. Τη θυμήθηκα μιας και εδώ, είχαμε μια ωραία κοντρίτσα με ιστορίες που έχουν σαν κύριο θέμα το τραγούδι.

Οι στρατιώτες που συνόδευαν το γερο-ζητιάνο στάθηκαν προσοχή μπροστά στο Σεγεμέρι, άρχοντα του Γκουρ. Για μια στιγμή επικράτησε ησυχία, καθώς οι καλεσμένοι του αναρωτιόνταν τι θα έκανε στο γερο-ζητιάνο. Στο Σεγεμέρι άρεσε αυτό.
Σηκώθηκε από το μαρμάρινο θρόνο του, τον καλυμμένο με δέρματα ζώων κι ύψωσε την καθαρή φωνή του:
-Φίλοι μου, απόψε συνέβη κάτι τόσο υπέροχο, που η καρδιά ίσα που αντέχει να μην αναλυθεί σε δάκρυα. Απόψε, ύστερα από δέκα χρόνια, μπορώ να σφίξω στην αγκαλιά μου την ετεροθαλή αδελφή μου, από ίδια μάνα και άλλο πατέρα, που η Μοίρα και η κακία των ανθρώπων κρατούσε μακρυά μου. Και δεν έφτανε η χαρά που την ξαναβρήκα, μα οι αθάνατοι θεοί θέλησαν να είναι η ευγενέστερη κόρη του Γκουρ, η ωραία Διαλκός. Έτσι, για χάρη της μοναχά, έστειλα να φέρουν από την αγορά αυτόν που όλοι γνωρίζουμε σαν Ζητιάνο της Φωνής, τον περιπλανώμενο τραγουδιστή. Εδώ, μπροστά σ’ όλους, τον παρακαλώ να πει ένα τραγούδι, που να χαϊδέψει τ’ αυτιά της αδελφής μου.
Ο ζητιάνος χάιδεψε τα κρόταλα που κρατούσε και χαμογέλασε.
-Για χάρη της Διαλκός, λοιπόν, είπε και το χαμόγελο του είχε μια ανεξιχνίαστη χροιά.


Ο Σεγεμέρι ζήτησε τα κρόταλα να πιάσω
’γω, ο Ζητιάνος της Φωνής, για της Διαλκός τη χάρη,
της κόρης της μονάκριβης, που μες σ’ αυτήν την πόλη
δεύτερη δε γεννήθηκε, ευγένεια τόση να ’χει.
Ω, ναι, για χάρη της Διαλκός θα πω εγώ τραγούδι
με μάγους και εξορκιστές κι ωραίες πριγκηπέσσες
και συκοφάντες άτιμους, δυστυχισμένες σκλάβες
και σώματα που πιάστηκαν στου έρωτα το δίχτυ.
Μίλα τραγούδι μου γλυκό, κελάηδα μια ιστορία,
όχι σταλμένη στο μυαλό απ’ το Θεό της Γνώσης,
ούτε από μύρια ξωτικά ονειροφαντασμένα
σιγά που ψιθυρίστηκε μια νύχτα στα αυτιά μου,
μα από βόρειο άνεμο και μυρωμένη αύρα
φερμένη, γιατί αληθινά – όσα θα πω– συμβήκαν.
Μιλήστε νότες μαγικές για μάγο γεννημένο
στην πόλη την πανάρχαια, τ’ Άγιο Πουσού- Νελέλι,
που σπάρθηκε παράνομα στης μάνας του τη μήτρα,
της θεϊκής Πορανιμός και που ο Μεγάλος Άκι,
ο βασιλιάς των γητευτών, των μάγων ο ιερέας,
σαν γιο του τον ανέθρεψε και Ρούμπουντι τον είπε.
Πες μου για την καμπούρα του, το θλιβερό ψεγάδι,
μα πες και για το πρόσωπο, π’ αγγελικό το είχε.
Και τούτος σαν μεγάλωσε κι άντρας πια είχε γίνει,
έπεσε ο Άκι ο γητευτής άρρωστος στο κρεβάτι
κι αγκομαχούσε κι ένιωθε κοντά το θάνατό του.
Έστειλε και του φώναξαν τον Ρούμπουντι και του ’πε:
«Παιδί μου, που άλλο εγώ ποτέ δεν πρόκειται να έχω,
σκύψε να πάρεις συμβουλή απ’ έναν που πεθαίνει.
Πολλές φορές σου έχω πει για τα ιερά βιβλία
και τις γραφές των μάντεων και των οιωνοσκόπων,
αλλά ποτέ δεν τόλμησα στο τρυφερό μυαλό σου
να βάλω δύο πράγματα φρικτά, ματοβαμμένα.
Άκου λοιπόν και πρόσεξε, λέξη μου να μη χάσεις:
Το πρώτο – που το γνώριζες κι ας μην στο είχα μάθει-
είναι πως μάγος δεύτερος να γεννηθεί δεν είναι
τη δύναμη των μαγικών που να ’χει σαν κι εσένα.
Αφού καμπούρης γητευτής, αγγελοπροσωπάτος,
στη μήτρα της μητέρας του παράνομα σπαρμένος,
είναι γραφτό πιο δυνατό στα μάγια να μην έχει.
Το δεύτερο –ω συμφορά και δυστυχία πόση!-
είναι πως πέρα απ’ τα βουνά, στους πρόποδες των Λόφων,
όπου από πάντα κατοικεί η Γραία Κουκουβάγια,
ζει κάποιος, που Κουρίκι – γι τον λεν στα παραμύθια
και Μέγα Πανικοβλητή και Δαιμονοσπαρμένο
και Μέγα Μάγο, που διψά για γητευτών τη σάρκα
και πίνοντας το αίμα τους τούς παίρνει την ψυχή τους,
την τέχνη της γητείας τους και τη γλυκειά ανάσα.
Μα σκύψε, τρόπο να σταλθεί μακρυά από εσένα
σιγά, πολύ ψιθυριστά στ’ αυτί σου εγώ να ψάλλω.»
Κι έσκυψε ο νέος γητευτής κι έμαθε τη γητεία ,
το φοβερό Κουρικι-γι μακρυά του πώς να διώχνει
κι ύστερα ο Άκι πέθανε, των μάγων ο ιερέας.
Πέρασε κάμποσος καιρός. Κι ο Ρούμπουντι στα στήθια
μεγάλη φλόγα ένιωσε του έρωτα ν’ ανάβει
για μια κυρά που Μπροκεμός τη φώναζαν οι εχθροί της
και Μοσχανάθρεφτη οι λοιποί κι Αγαπημένη οι φίλοι.
Μα έλαχε, όμως και αυτή δωσμένη την καρδιά της
να έχει σ’ έναν έμπορο, πραματευτή βλαστάρι,
που Εγκερέκι γνώριζαν όλοι πως τονε λένε
Μια νύχτα χειμωνιάτικη, δαιμόνων κατοικία,
Σε μία καλύβα ο Ρούμπουντι βαθιά συλλογιζόταν
Όταν τελείως ξαφνικά και δίχως να χτυπήσει
Ένας χωριάτης όρμησε στα πόδια του να πέσει.
Λέει του: «Μάγε Ρούμπουντι, του Άκι εσύ βλαστάρι,
σώσε την Εκ που δαίμονες τρεις μήνες την ξετρέχουν,
το κάστρο που μοναδικό, ατίμητο πετράδι
καταμεσής στη θάλασσα στέκει σαν οπτασία.
Βοήθα με, που μ’ έστειλε ο άρχοντας Εμπόζι
να σε ‘βρω και να σκοτωθώ σ’ αυτόν αν δε σε πάω».
Κι έφυγε ο Ρούμπουντι μαζί με το δειλό χωριάτη.
Δεν είπε σε κανένανε το λόγο που μισεύει,
ω, συμφορά του δύστυχου κι αυτό ήταν ο χαμός του.
Γιατί δυο μέρες έπειτα στο σπίτι των γονιών της
έπεσ’ η Μπροκεμός βαριά άρρωστη στο κρεβάτι
κι ούτε γιατρός, ούτε θεός, μάγος ή ιερέας
δε μπόρεσε πότε να βρει τι να’ ναι αυτό που έχει.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Σ’ ολόκληρη την πόλη
οράματ’ εμφανίστηκαν, φαντάσματα, δαιμόνια,
σεισμοί συμβήκαν, πανικό, τρόμο παντού σκορπώντας
και μύριες άλλες συμφορές πα’ στο Πουσού- Νελέλι.
Κι αναρωτιόνταν οι θνητοί, ποιου φοβερή μαγεία
τέτοια βασανιστήρια την πόλη έχει γεμίσει.
Μα μες τις τόσες συμφορές, δίπλα κάποιος θρηνούσε,
μια κοπελιά ’μορφοθώρη, στου έρωτα τη φλόγα
το δροσερό της το κορμί που’ χε καψαλισμένο
γιατί χωρίς καμία ντροπή και δίχως να το λέει,
το Ρούμπουντι ελάτρευε, το μάγο γιο του Άκι.
Και ήταν η κοπέλα αυτή της Μπροκεμός η σκλάβα,
η Άμκος, η γλυκόφωνη, η αηδονολαλούσα,
που καλοκαίρια είκοσι είχαν μόνο περάσει
από τη μέρα που οι θεοί την έδωσαν στον κόσμο,
το όμορφο της βάδισμα και το θεϊκό χορό της
να βλέπουν και να ευφραίνονται οι άνθρωποι τριγύρω
και που απ’ όλους τους θνητούς, όλους τους αθάνατους
το Ρούμπουντι ξεχώριζε πιο όμορφο να λέει
και την αστεία καμπούρα του δε λόγιαζε γι’ ασχήμια
μα για προνόμιο από θεό και δαίμονα δοσμένο.
Πολλοί μεγάλοι άρχοντες το χέρι της ζητούσαν,
όμως εκείνη έμενε στης Μπροκεμός το πλάι
κι άλλος κανείς δεν πίστευε πως γίνεται να είναι
απ’ τον καμπούρη γητευτή πιο νόστιμα φτιαγμένος,
κι άλλος κανείς δεν ήξερε τον τρυφερό καημό της
από το μαξιλάρι της και τ’ απαλό της στρώμα.


Η ευγενέστερη κόρη του Γκουρ σάλεψε στο κάθισμά της, νιώθοντας μια υποσυνείδητη ανησυχία. Το βλέμμα του Ζητιάνου της Φωνής σπάνια τη συναντούσε, είχε όμως την αόριστη εντύπωση ότι ήταν μονίμως καρφωμένο πάνω της. Χωρίς να ξέρει γιατί, η Διαλκός έδωσε με τη φαντασία της τη δική της μορφή στην Άμκος.


Μα έξι μήνες έπειτα, μες το Πουσού- Νελέλι
ενός αρχόντου φάνηκε ο γιος, ξενομερίτης
απ’ το Βορρά ή απ’ το Νοτιά κανείς δεν είχε μάθει.
Το μόνο που ’ξεραν γι’ αυτόν ήτανε τ’ όνομά του:
τον έλεγαν Καλίκι-γι, κι ήταν ταξιδεμένος,
κατείχ’ όλα τα μαγικά κι όλα τα αντιξόρκια
για τις γητείες που κακό κι αρρώστια προξενούσαν.
Ζήτησε και προσκύνησε το βασιλέα Ούλι,
της άμοιρης της Μπροκεμός το δύστυχο πατέρα
και με περίσσια πονηριά του λέει τέτοια λόγια:
«Ω, Ούλι, άξιε άρχοντα που όλοι σε λογιάζουν
για παντογνώστη, πάνσοφο, μα και γι’ ανοιχτοχέρη
και που κατάρα μαγική σ’ έχει δυστυχισμένο,
εγώ είμαι ο Καλίκι-γι, ο πρώτος ξορκοσπάστης,
ο γείτονας των ξωτικών, ο φίλος των νεράιδων
και του Θεού της Μαντικής, ο πρώτος ιερέας,
που μέγιστο προνόμιο, μονάχα εγώ κατέχω
να βλέπω στα θολά νερά της Λίμνης της Αντάρας
κι από τον προστάτη μου Θεό χρησμό εγώ να παίρνω.
Μια μέρα, εκεί που κοίταγα μες τα νερά της Λίμνης,
που δείχνει τα συμβαίνοντα, δείχνει τα περασμένα,
δείχνει και τα μελλούμενα να γίνουν απ’ τη Μοίρα,
είδα την κόρη σου τη μία, τη Μοσχαναθρεμμένη
στο στρώμα να ψυχορραγεί, να βαριαναστενάζει
κι έναν καμπούρη όμορφο κρυφά να τη γητεύει
ψέλνοντας, όσο μάγευε, ετούτα ’δω τα λόγια:
“Τη Μπροκεμός την όμορφη και το Πουσού-Νελέλι
από τη ρίζα της καρδιάς διαμονοκαταριέμαι,
αρρώστια στο κεφάλι της και συμφορές στην πόλη,
αφού εμένα γι’ άντρα της δε δέχτηκε να πάρει.”
Τότε φουριόζος ντύθηκα με ταξιδιώτη ρούχα
κι ήρθα εδώ στην πόλη σου, ω Ούλι, άρχοντά μου,
το άδικο και το κακό με μιας να ξεριζώσω
με μαγικά περίπλοκα που μ’ έμαθε η Τύχη».
Κι ευθύς φωνές ακούστηκαν μες το Πουσού-Νελέλι,
φωνές που κατηγόρησαν το Ρούμπουντι το μάγο
για τις περίσσιες συμφορές που μήνες τους χτυπούσαν
και για της Μοσχανάθρεφτης τη φοβερή αρρώστια.
Κι ορκίστηκε ο πραματευτής, ο ωραίος Εγκερέκι
να μη ’συχάσει πουθενά, ποτέ να μη δροσέψει
τα κουρασμένα χείλια του με νάμα από πηγούλα,
πριν βρει αυτόν που σπάραζε τη Μπροκεμός με μάγια
και με μαχαίρι κοφτερό το αίμα του να χύσει.
Μα και της Μοσχανάθρεφτης ο δύστυχος πατέρας
όρισε πλούσια αμοιβή να δώσουν σ’ όποιον φέρει
τον άτιμο που μάγεψε τη λατρευτή του κόρη.
Μα όσο πολλά, όσο παλιά, όσο αρχαία μάγια
κι αν έκαν’ ο Καλίκι-γι, δεν έσπαγε η κατάρα.
Κι έτσι στου μίσους το ρυθμό τ’ Άγιο Πουσού-Νελελι
χόρευε για τον άμοιρο, νέο, καμπούρη μάγο.
Και μόνο η Άμκος δε μπορεί το μάγο να μισήσει
γιατ’ είν’ βαθιά λαβωματιά ο έρωτας στα στήθια.
Έτσι τη σκλάβα διάλεξε, την αηδονολαλούσα,
το φάντασμα του βασιλιά των γητευτών, του Άκι,
και μπρος της εμφανίστηκε μια δροσερή αυγούλα.
Λέει της: «Άμκος, όμορφη, εμένα μη φοβάσαι,
τι θλιβερό είμαι φάντασμα, όραμα συννεφένιο
και τους θνητούς αδύνατο είναι το να τους βλάψω.
Άκου: αν το θετό μου γιο αλήθεια συ συντρέχεις
στην Πύλη των Ταλαίπωρων τρέξε το δίχως άλλο,
βγες απ’ την πόλη κι όρμησε στα καρπερά χωράφια
και μόλις δεις το σπλάχνο μου, πες του να σταματήσει
και μίλα για ότι έγινε μες το Πουσού-Νελέλι
όσο κακία μαγική στην Εκ τον είχε στείλει.
Εγώ μπροστά στο Ρούμπουντι είν’ απαγορευμένο
σα φάντασμα να εμφανιστώ, γιατί ‘ναι ψυχογιός μου.
Μα σ’ εξορκίζω σ’ ό,τι θες, τρέξε να τον προφτάσεις
πριν μπει στην πόλη και νεκρός πέσει στο χώμα κάτω.»
Κι η Άμκος, δίχως να σταθεί, έτρεξε προς την Πύλη
και βρήκε τον καμπούρη γιο του Άκι να οδεύει
προς τη γενέθλια πόλη του και του ’πεσε στα πόδια:
«Λυπήσου με τη δύστυχη, ω μάγε πιο μεγάλε
απ’ όλους τους ανίδεους που γητευτές περνιούνται.
Λυπήσου και τα νιάτα σου, τ’ ωραίο πρόσωπό σου,
λυπήσου τις προσπάθειες που έκανε ο Άκι
μεγαλωμένο να σε δει και άξιο παλικάρι.
Σ’ αυτήν την πόλη, που πολλούς μήνες μακριά ’χεις λείψει,
όλοι ζητούνε θάνατο άγριο να σου δώσουν
τι έπεσε η Μπροκεμός άρρωστη στο κρεβάτι
από μαγείες δυνατές, δικές σου όπως πιστεύουν
και μύριες όσες συμφορές χτυπήσανε την πόλη,
οράματ’ εμφανίστηκαν, φαντάσματα, δαιμόνια,
σεισμοί συμβήκαν, πανικό, τρόμο παντού σκορπώντας.
Κι ο Εγκερέκι έχει ορκιστεί, ο έμπορος ο ωραίος,
να μη ’συχάσει πουθενά, ποτέ να μη δροσέψει
τα κουρασμένα χείλια του με νάμα από πηγούλα
πριν βρει αυτόν που σπάραξε τη Μπροκεμός με μάγια
και με μαχαίρι μυτερό το αίμα του να χύσει.
Μα και της Μοσχανάθρεφτης ο δύστυχος πατέρας
όρισε πλούσια αμοιβή να δώσουν σ’ όποιον φέρει
τον άτιμο που μάγεψε τη λατρευτή του κόρη.
Μ’ έστειλε ’δω το φάντασμα του Άκι, του Μεγάλου,
που σαν παιδί σ’ ανάθρεψε, να σε προειδοποιήσω
αφού μονάχα εγώ μπορώ για σένα αγάπη να ’χω
απ’ όλους όσους κατοικούν μες το Πουσού-Νελέλι.
Συμπάθα με, αν προσβολή για σένα ο ερωτάς μου
είναι, μα ξέρε ότι κανείς άλλος δεν το’ χει μάθει
κι ότι γνωρίζω πως ποτέ τη Μπροκεμός με μάγια
δε θα ’δενες δαιμονικά, αφού αγάπη τόση
για κείνη κρύβεις στην καρδιά, όση κι εγώ για σένα.»
Τότε ο καμπούρης σάστισε, μ’ όσ’ έμελλε ν’ ακούσει
-η Αγαπημένη άρρωστη, τ’ Άγιο Πουσού-Νελέλι
καταραμένο κι εχθρικό, ο έρωτας της Άμκος-
κι απ’ τα γαλάζια μάτια του δροσοσταλίδες στάξαν
κι είπε χωρίς καμμιά ντροπή που ’κλαιγε σα γυναίκα:
«Τα όσα μου ’πες στην καρδιά μού μπήξανε μαχαίρι,
τα μέλη μου δεν υπακούν, ο νους σ’ ανεμοζάλη,
σαν πεθαμένος έμεινα με τα φρικτά π’ ακούω.
Μα αν στ’ αλήθεια μ’ αγαπάς και θέλεις να με σώσεις
οδήγησέ με σε μικρό και ταπεινό καλύβι
κι όταν θα γίνει αυτό, πολύ σκληρά θα προσπαθήσω
με ξόρκια και με μαγικά να δω ποιος με ξετρέχει
και πεθαμένο θέλει με, δίχως να του ’χω φταίξει.»
Κι η Άμκος τον οδήγησε σε ταπεινό καλύβι
έξω απ’ τα τείχη της παλιάς και δοξασμένης πόλης,
τον έλουσε, τον έντυσε, του έβαλε να φάει
και το σκυφτό το σώμα του λίγο να ξεκουράσει
με ύπνο ευεργετικό, φάρμακο για τις έγνοιες
κι ύστερα του διηγήθηκε τα όσα είχαν γίνει
τους έξι μήνες που μακριά ο Ρούμπουντι βρισκόταν.
Κι όταν το λόγο έπαψε της Μπροκεμός η σκλάβα,
ζάρωσαν του καμπούρη γιου του Άκι τα δύο φρύδια
και με φωνή ψιθυριστή απ’ τον πολύ τον τρόμο
είπε της Άμκος: «Φίλη μου μοναδική στην πόλη,
ετούτος ο Καλίκι-γι είναι ο Μέγας Μάγος,
ο Μέγας Πανικοβλητής, ο Δαιμονοσπαρμένος.
Ο βασιλιάς των γητευτών, ο πεθαμένος Άκι
με μιας θα αναγνώριζε στον ταξιδιάρη ξένο
τον ύπουλο Κουρίκι-γι, θα τον πετροβολούσε,
προτού δείξει την πείνα του για γητευτών τη σάρκα
και πίνοντας το αίμα τους, τους πάρει την ψυχή τους.
Τώρα ο Άκι βρίσκεται στων Άσαρκων τη Χώρα
και πριν πεθάνει μυστική και φοβερή μαγεία
μ’ έμαθε, τον Κουρίκι-γι μακρυά εγώ να διώχνω,
αφού αυτός την τέχνη μου θέλει να αποκτήσει
παίρνοντας δίχως λύπηση τη νεαρή ζωή μου.
Έχ’ όμως ένα σχέδιο.» Και πριν το στόμα κλείσει
στον άνεμο σχημάτισε με το δεξί του χέρι
δύο σύμβολα πανάρχαια, απ’ όλους ξεχασμένα
ακόμα κι από γητευτές γέρους, ’καταχρονίτες,
ακόμα κι απ’ το δαίμονα που ‘θελε να νικήσει,
το έν’ αλλάζει τη μορφή, το άλλο τη φωνή του
και μπρος στην Άμκος στάθηκε, όχι πια σαν καμπούρης,
μα σαν πολέμαρχος παλιός, στη μάχη γερασμένος,
με έντεκα λαβωματιές στ’ άγριο πρόσωπό του.
Σάστισ’ η σκλάβα βλέποντας τη μεταμόρφωσή του,
μα ο Ρούμπουντι της μίλησε ημερωμένα λόγια
κι έτσι το ίδιο απόγευμα, το κάθισμα του Ούλι
προσκύνησε ο γητευτής, άλλη θωριά φορώντας,
τέτοια που ο Κουρίγι-γι να μην αναγνωρίσει
το θύμα του στον άγνωστο που έφερε η Άμκος
και ιστορία ψεύτικη άρχισε να διηγείται:
«Μακρυά, στα μέρη που την Εκ γλυκά-γλυκ’ αγκαλιάζουν
την πόλη που πιστεύεται πως ζει ο Θεός της Γνώσης,
πρι δεκαεφτά μερόνυχτα, συνάντησα έναν μάγο,
εγώ, του Μουσουμί ο γιος, ο Έγι ο αντρειωμένος,
κι ήτανε μάγος δυνατός αφού τα τραύματά μου
δίχως ’πιδέσμους κι αλοιφές γιάτρεψε σε μια νύχτα.
Τον ρώτησα για όνομα ποιο να του είχαν δώσει
κι είπε: “Μαέβι λέγομαι κι απ’ το Πουσού- Νελέλι
την πόλη την πανάρχαια είν’ η καταγωγή μου.
Γεννήθηκα παράνομα, με κρύψαν απ’ τον κόσμο
κι έτσι κανείς δεν έμαθε τ’ ότι εγώ υπάρχω.
Ήμουν μαθητευόμενος στο Ρούμπουντι το μάγο,
που με περίσσεια πονηριά την πόλη έχει μαγέψει
και ’γω κατέχω μονάχα γητεία να τη σώσω.
Μ’ αν δίκαια σε γιάτρεψα ξεπλήρωσέ με έτσι:
Πάρε το δρόμο δυτικά, ώσπου στη λίμνη φτάσεις
που Ζίμεμε αποκαλούν οι άμυαλοι χωριάτες
κι εκεί περίμενε να ’ρθει μια σκλάβα από την πόλη,
η Άμκος η γλυκόφωνη, του Ούλι περιουσία
και ζητά στον αφέντη της με βιάση να σε πάει,
και σαν ετούτα όλα συμβούν, γονάτισε μπροστά του
στον παντογνώστη, πάνσοφο κι ανοιχτοχέρη Ούλι
και μίλα του για το κακό που χτύπησε την πόλη
πες του για τα οράματα μα και για τα δαιμόνια,
για τους σεισμούς, που πανικό και τρόμο έχουν σπείρει
και για τις άλλες συμφορές στην πόλη που ’χουν πέσει.
Πες του να ψάξει και να βρει τον πιο καταραμένο
απ’ όλους όσους βρίσκονται μες το Πουσού-Νελέλι
και κάνοντας του χαρακιά με ιερό μαχαίρι
από γαγάτη και χρυσό, με πέρλες στολισμένο
ν’ αφήσει αίμα κόκκινο να τρέξει προς τη Δύση.
Και τότε μάγος δυνατός, μεγάλος ξορκοσπάστης
το αίμα το τρεχούμενο στο στόμα του ας βάλει
κι ας κάνει τις γητείες του, η συμφορά να φύγει.”
Κι εγώ αμέσως δέχτηκα, τι όντως του χρωστούσα
όχι μονάχα τη ζωή μα και τα λογικά μου.
Κι ήρθα σε σένα, άρχοντα, μπροστά γονατισμένος,
τον ευεργέτη φίλο μου για να ευχαριστήσω
και να προσθέσω: Αψήφιστα, ‘νος γητευτή τα λόγια
μην παίρνεις Ούλι, άρχοντα, μέγα κακό μη σ’ έβρει.»
Ο Ούλι πίστεψε του γιου του Μουσουμί τα λόγια
κι αμέσως διάτα έβγαλε τον πιο καταραμένο
στην πόλη την πανάρχαια να βρουν και να συλλάβουν
μα ο Έγι τον σταμάτησε και ρίχνοντας τα μάτια
πικρά-πικρά και ταπεινά του σιγοψιθυρίζει:
«Μην ψάχνεις άλλο, άρχοντα, τον πιο καταραμένο
αφού μπροστά σου φάνηκε με θέλημα δικό του.
Εγώ κατάρες έντεκα φέρω στην κεφαλή μου,
δύο από κύρη, δύο από γιο και πέντε από μάνα
και δύο απ’ τη γυναίκα μου που πολυαγαπούσα
και που μαγεία πρόστυχη την πήρε από κοντά μου.
Γι’ αυτό, ω Ούλι άρχοντα, πάρε ιερό μαχαίρι
και κόψε με, το αίμα μου να τρέξει προς τη Δύση.
Μα πριν τα κάνεις όλ’ αυτά βρες ένα άξιο μάγο
που τη γητεία να μπορεί, δίχως πολύ, να σπάσει
έχοντας μες το στόμα του το κόκκινο μου αίμα.
Τάξε μου όμως πως μπροστά στην τελετή ετούτη
θα ’ναι η ωραία κόρη σου, που Μπροκεμός φωνάζουν
κουβαλητή στο στρώμα της, όσο άρρωστη κι αν είναι
και πως το ιερατικό μαχαίρι θα κρατήσει
ο πιο ωραίος έμπορος, νομίζω Εγκερέκι
το όνομα του έδωσαν σαν ήρθ’ εδώ στον κόσμο
κι ακόμα πως θα ‘ναι μπροστά ολόκληρη η πόλη
νέοι και γέροι άνθρωποι, γυναίκες, τα παιδιά τους,
οι άντρες τους κι οι ιερείς όλων των αθάνατων.»
Σάστισ’ ο Ούλι, ακούγοντας τα όσα είπε ο ξένος,
μα δέχτηκε και όρισε το ξόρκισμα να κάνει
ο ίδιος ο Καλίκι-γι, ο αίτιος των όλων
κι ο Μέγας Μάγος είπε ναι, γιατί δεν είχε νιώσει
ο γιος του γέρο-Μουσουμί το θύμα του πως ήταν.
Και μες του Ούλι την Αυλή την αρχοντοχτισμένη
μαζεύτηκαν οι άνθρωποι το ξόρκι να θαυμάσουν.
Και σε κρεβάτι πλουμιστό, μ’ υφάσματα σκιασμένο,
ξάπλων’ η ωραία Μπροκεμός, η Μοσχαναθρεμμένη
μες τη βαριά αρρώστια της, ξεχνώντας όλα τα’ άλλα.
Κι ο Εγκερέκι ο έμπορος, ο πολυταξιδιάρης,
κρατώντας με το χέρι του ιερατικό μαχαίρι,
κι ο Ρούμπουντι με μαγικά ‘λλαγμένη τη θωριά του
Που ‘μοιαζε με πολέμαρχου, στη μάχη γερασμένου,
μαζί με τον Κουρίκι-γι, το Δαιμονοσπαρμένο,
κρυφά π’ αναρωτιότανε τι να ‘ναι αυτό το ξόρκι.
Κι έδωσ’ ο Ούλι εντολή ν’ αρχίσουνε τα μάγια
κι ο Εγκερέκι σήκωσε το ιερό μαχαίρι
και το κατέβασ’ απαλά στου Ρούμπουντι το μπράτσο.
Το αίμα έτρεξ’ άλικο από τη μαχαιριά του
και κύλησε στα δυτικά ως όριζε η μαγεία.
Τότε η σειρά του γητευτή ήταν να ενεργήσει
και σκούπισε τα αίματα με το δεξί του χέρι
κι αμέσως, δίχως άργητα, στο στόμα του τα φέρνει,
μα πριν προλάβει μαγικά άλλα να ξεστομίσει,
τα αίματα ταράχτηκαν μέσα στα σωθικά του
και του ‘δωσαν την όψη του αυτήν που πάντα είχε:
Μούρη ψαριού, μάτια φιδιού, γλώσσα από καλαμάρι,
χέρια και πόδια πίθηκου και σώμα από δράκο,
ελεφαντίσια η μύτη του κι ανθρώπινη η μιλιά του.
Κι όση ώρα με τα αίματα πάλευε και λυσσούσε
με μανιασμένη απελπισιά έλεγε του καμπούρη:
«Σκύλε, καμπούρη, ανίκανε μάγο να σε φωνάζουν!
Νομίζεις πως με νίκησες και μ’ έχεις του χεριού σου!
Όμως εγώ το πρόβλεψα πως θα μ’ ανακαλύψεις
κι άπρακτο στον πατέρα μου θα θέλεις να με στείλεις.
Μάθε λοιπόν της Μπροκεμός τα μάγια πως δε σπάνε,
αφού το ξόρκι ευλόγησε της Κόλασης ο Αφέντης
κι ως τα βαθιά γεράματα έτσι θα παραμείνει.
Τη μαγική την τέχνη σου, ψυχή και τη ζωή σου
ζητούσα εγώ να καρπωθώ, κι αφού δεν θα την έχω
θλίψη και πόνο και οργή σου δίνω χάρισμά σου
με μάγια που αρρώστησαν τη Μοσχαναθρεμμένη.
Κι εσένα Ούλι ανόητε κι ονειροφαντασμένε
χαρίζω σου την πόλη σου τι πλέον δε με νοιάζει.»
Κι ενώ όλοι κοιτούσανε το τέρας που μιλούσε
ο Ρούμπουντι απόχτησε ξανά την πρώτη όψη.
Δεν ήταν πια πολέμαρχος, ο αντρειωμένος Έγι
αλλά ο αγγελοπρόσωπος καμπούρης μάγος πάλι
και με πλατύ χαμόγελό πλησίασε το στρώμα
που κείτονταν η Μπροκεμός κι είπε αυτά τα λόγια:
«Λάθος Μεγάλε Γητευτή, ω Δαιμονοσπαρμένε,
το ξόρκι που ‘χω έτοιμο δεν έχει όμοιό του
και σπάει γητείες μυστικές και φανερές το ίδιο,
αφού καμπούρης είμαι εγώ, αγγελοπροσωπάτος,
στη μήτρα της μητέρας μου παράνομα σπαρμένος
και τα δικά μου μαγικά κανείς δεν τα νικάει!»
Είπε κι ευθύς πασάλειψε τον Εγκερέκι μ’ αίμα
και πρόσταξε τον έμπορο στη Μπροκεμός να σκύψει
με ματωμένο πρόσωπο φιλί να της χαρίσει.
Ο έμπορος υπάκουσε κι η Μοσχαναθρεμμένη
σηκώθηκε, τα μαγικά είχανε πλέον σπάσει.
Κι απ’ το κακό του έσκασε ο Δαιμονοσπαρμένος
και πήγε στον πατέρα του να γλύψει τις πληγές του.
Κι όλοι αναγνωρίσανε το λάθος που ‘χαν κάνει
το Ρούμπουντι νομίζοντας τις συμφορές σταλμένες
πως είχε. Κι ανθοστόλισαν τ’ Άγιο Πουσού-Νελέλι
για να γιορτάσουν πρέποντα το λυτρωμό της πόλης.
Κι ο Ρούμπουντι μη νιώθοντας πια έρωτα για κείνη
στη Μπροκεμός ευχήθηκε τον έμπορο να πάρει
κι ευτυχισμένη κι όμορφη τη ζήση να τελειώσει
στην πόλη την πανάρχαια χωρίς κόπο κανένα.

-Κι η Άμκος;
Ο γερο ζητιάνος γύρισε ξαφνιασμένος προς το μέρος της Διαλκός. Η έκπληξή του ελάχιστα φάνηκε πως ήταν προσποιητή.
-Η Άμκος; Η Άμκος τι, αρχόντισσά μου; είπε με απορημένο χαμόγελο.
-Τι απέγινε η Άμκος;
Ο Ζητιάνος της Φωνής έκανε ένα μυστηριώδη θόρυβο με τα κρόταλά του, δείχνοντας ότι κατάλαβε πολλά περισσότερα από τους υπόλοιπους.
-Η Άμκος… Ο άνεμος δε μου είπε τίποτε γι' αυτήν. Ίσως αν τον ρωτούσατε εσείς αρχόντισσά μου…

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Αφιέρωμα στον Χ.Φ.Λάβκραφτ - Παρουσίαση δοκιμίου


Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Μισέλ Ουελμπέκ ''Χ. Φ. Λάβκραφτ: Εναντίον του κόσμου, Εναντίον της ζωής'', οι εκδόσεις της Εστίας σε συνεργασία με τον συγγραφέα Μάκη Πανώριο θα παρουσιάσουν μια ειδική εκδήλωση για τον μεγάλο Αμερικανό συγγραφέα.


Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 27 Μαρτίου και ώρα 20:00 στην αίθουσα της Ε.Σ.H.Ε.Α. (Ακαδημίας 20, Αθήνα), και το πρόγραμμά της έχει ως εξής :


- Μάκης Πανώριος, ομιλία με θέμα ''Η ζωή και το έργο του Χ.Φ.Λ.'', ανάγνωση κι ανάλυση του ποιήματος του Λάβκραφτ ''Αβικένας''.


- Θόδωρος Γρηγοριάδης, παρουσίαση κι ανάλυση του βιβλίου του Μισέλ Ουελμπέκ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Εστίας.


- Δημήτρης Βανέλλης (συγγραφέας), ομιλία με θέμα ''Ο Λάβκραφτ στα comics''.


- Δημήτρης Παναγιωτάτος (σκηνοθέτης), παρουσίαση κινηματογραφικών αποσπασμάτων βασισμένων στο έργο του Λάβκραφτ.
**Ψήνομαι σοβαρότατα να πάω. Για τους κυρίους Γρηγοριάδη και Παναγιωτάτο δεν ξέρω πολλά, όμως η παρουσία του Μάκη Πανώριου και του Δημήτρη Βανέλλη εγγυάται μια όμορφη βραδιά. Θα σας δω εκεί;

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Ο Λέκγουελ και οι Ξεχασμένοι Θεοί


Διάβασα χτες το βράδυ το βιβλίο Ο Λέκγουελ και οι Ξεχασμένοι Θεοί, του νέου Έλληνα συγγραφέα Κωνσταντίνου Μίσσιου (καμμία σχέση με το Χρόνη Μίσσιο). Αν και αυτό δεν λέει κάτι σ’ εκείνους που με ξέρουν, το διάβασα (540 σελίδες) μέσα σε δύο μέρες. Ξέρω τώρα ότι ο Κωνσταντίνος, που τυγχάνει γνωστός και αρχίζει να γίνεται φίλος, θα περιμένει μασουλώντας τα νύχια του για την ετυμηγορία. Έλα όμως που είμαι παιδάκι χαιρέκακο… και θα τον κρατήσω ακόμη λίγο σε αγωνία γιατί έχω μερικά πράγματα να πω.

Άκουσα πολλά τις προηγούμενες μέρες σχετικά με τον Λέκγουελ. Τα περισσότερα ήταν καλά λόγια, αλλά υπήρχε πάντα ένα αλλά. Ένα μάγκωμα κι ένα μούδιασμα. «Ναι, ωραίο βιβλίο δε λέω, αλλά…» «Αλλά τι;» «Αλλά ο πρωταγωνιστής είναι ομοφυλόφιλος.»

Την κουβέντα αυτήν την έκανα με τρεις διαφορετικούς ανθρώπους. Κι είχε πολλαπλή επίδραση επάνω μου. Παραξενεύτηκα για την επιλογή του συγγραφέα. Παραξενεύτηκα με το σχόλιο εκείνων με τους οποίους συζητούσα. Νευρίασα κάπως, γιατί περίμενα από τους ανθρώπους αυτούς να έχουν πιο ανοιχτό μυαλό σε κάποια θέματα. Αναρωτήθηκα αν τους χτύπησε τόσο άσχημα επειδή είναι όντως άσχημη η υπόθεση ή επειδή η γραφή δεν ήταν αρκετά καλή για να τους πείσει ν’ ασχοληθούν με κάτι άλλο. Κι ύστερα ενθουσιάστηκα κάπως, γιατί έχοντας ήδη ένα δείγμα γραφής από τον Κωνσταντίνο (τη συλλογή διηγημάτων τρόμου «Η Νύχτα της Λευκής Παπαρούνας») προσπάθησα να φανταστώ πώς θα παρουσίαζε το όλο θέμα.

Όμως το μούδιασμα παρέμενε. Γιατί οι θιασώτες της φανταστικής λογοτεχνίας αντιμετώπισαν έτσι μια τέτοια καινοτομία (που δεν πιστεύω καν ότι είναι καινοτομία, δεν έχω παράδειγμα να αντιπαραβάλω, αλλά είμαι σ ί γ ο υ ρ η ότι το μοτίβο έχει ξαναγραφτεί, κάπου στους ατελείωτους τόμους μιας βιβλιοθήκης του φανταστικού); Γιατί εκείνοι που υποτίθεται ότι έχουν το ανοιχτό μυαλό να δεχτούν τον κάθε φανταστικό κόσμο που πλάθει ο κάθε συγγραφέας και την κάθε ανατροπή στην πλοκή, δε μπορούν να δεχτούν με το ίδιο ανοιχτό μυαλό ένας ομοφυλόφιλο ήρωα; Γιατί εκείνοι που δε θέλουν να καλουπώνονται στην πραγματικότητα ωστόσο καλουπώνονται στο κλισέ ενός βάρβαρου και βαρβάτου πρωταγωνιστή για μια ιστορία φάντασυ;

Αδυνατώ να καταλάβω. Εφόσον ο ήρωας είναι αποτυπωμένος στο χαρτί με πειστικότητα, τα κίνητρά του είναι αληθοφανή και η ομοφυλοφιλία έχει προάγει την πλοκή, προς τι οι κορώνες; Ή μάλλον, για να λέω και τα πράγματα με το όνομά τους, προς τι τα κρυφά βηχαλάκια; Αν ο Λέκγουελ ήταν γυναίκα, τα πράγματα θα ήταν αποδεκτά; Ο βιασμός μιας γυναίκας ή ενός μικρού κοριτσιού είναι πιο αληθοφανής και πιο αποδεκτός από το βιασμό ενός μικρού αγοριού; Ας με συγχωρέσει η χάρη σας, αλλά εμένα μου φαίνονται και τα δύο το ίδιο φρικτά. Αν ο βάρβαρος και βαρβάτος ήρωας θέλει να δείξει πόσο βάρβαρος και βαρβάτος είναι, πρέπει να το κάνει πάνω από το βιασμένο κορμί μιας αθώας παιδούλας κι όχι πάνω από το βιασμένο κορμί ενός αθώου αγοριού;

Αλλά να που πέφτω κι εγώ στην ίδια λούμπα με τους υπόλοιπους. Αντί να ασχολούμαι με το βιβλίο αυτό καθ’ εαυτό, ασχολούμαι με το αν ο Λέκγουελ είναι ο πάρε-πάρε ή ο δώσε-δώσε. Βλέπω κι εκεί στο βάθος τον Κωνσταντίνο κι από το μασούλημα των νυχιών έχει φτάσει να τραγανίζει τα δάχτυλά του και λέω να περάσω στο δια ταύτα.

Το βιβλίο αυτό είναι ένα λογοτέχνημα. Έχει καταπληκτική γλώσσα (αν και στιγμές-στιγμές το παρακάνει με τη λέξη αδυσώπητος), έχει απίθανη ατμόσφαιρα (το δυνατό σημείο του Κωνσταντίνου), έχει αληθοφανείς χαρακτήρες με πραγματικά κίνητρα (πράγμα σπάνιο στην ελληνική λογοτεχνία γενικώς κι όχι μόνο τη φανταστική) κι έχει και ωραίες, πρωτότυπες ιδέες, κάποιες από τις οποίες είναι κρίμα που δε χρειάζεται να αναπτυχθούν περισσότερο.

Ειδικά το κομμάτι της περιπλάνησης μέσα στο Κόκκινο Δάσος και το Δάσος του Ύπνου, περίπου από τη σελίδα 400 έως την 500, είναι από τις πιο μαγευτικές περιπέτειες, που θα μπορούσε (δεδομένης της διαφοράς εποχής καθώς και του ότι πιθανόν θα με κρεμάσετε για ιεροσυλία) να συγκριθεί με κείμενα του Ρόμπερτ Χάουαρντ. Οι Λευκοί Νάνοι και το φυτό με τα κίτρινα λουλούδια είναι υπέροχες ιδέες. Νωρίτερα, η σκηνή στο πηγάδι και η συνάντηση του Λέκγουελ με το δαίμονα είναι τόσο τρομακτική που πραγματικά μου έδεσε το στομάχι κόμπο. Οι περιγραφές της μαγείας είναι ονειρικές και σου αφήνουν το κεφάλι γεμάτο με κουδουνάκια και φώτα.

Υπάρχουν ένα σωρό χαρακτήρες, σκιαγραφημένοι όχι αδρά αλλά ούτε και με εξουθενωτική λεπτομέρεια. Αυτό δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη να μπει πίσω από τη μάσκα του καθενός τους και να ψυχανεμιστεί περισσότερο παρά να καταλάβει συνειδητά το γιατί ο καθείς τους πράττει αυτά που πράττει. Κι αυτό με τη σειρά του τους κάνει πιο οικείους και πιο συμπαθητικούς, ακόμη κι όταν πρόκειται για τους κακούς της υπόθεσης.

Τα μειονεκτήματά του; Μικροί τοπικοί «λόξυγκες» στη γραφή, που περιορίζονται στο πρώτο τέταρτο του βιβλίου. Η απουσία κάποιου δηλωτικού της οπτικής γωνίας κάποιες φορές προκαλεί προσωρινή σύγχυση (ίσως χρειαζόταν να αναφέρεται το όνομα του ήρωα ως τίτλος σε κάθε σκηνή). «Εισαγωγές» εξωτικών αντικειμένων από τη μέση του βιβλίου και μετά, όπως το τσεχρουάκ (αλκοολούχο ποτό) και το χανάι (ναρκωτικό), που εντείνουν την αίσθηση της σταδιακής ανάπτυξης του κόσμου τόσο μέσα στο μυαλό του συγγραφέα καθώς και στο χαρτί. Αυτό είναι κάτι που συνήθως δε δουλεύει καλά σε ένα μεγάλο μυθιστόρημα. Θα ήθελα δηλαδή (προσωπικά πάντα μιλώντας) να ξέρω εξαρχής ότι ο κόσμος αυτός είναι στέρεα χτισμένος στο μυαλό του δημιουργού του κι ότι από τις πρώτες σελίδες ήξερε πως υπήρχαν το τσεχρουάκ και το χανάι. Όπως είναι τώρα, μοιάζει σαν να τα εφηύρε εκ των υστέρων για να δώσει χρώμα στα σοκάκια της πόλης Μιανάτσκα.

Υπάρχει επίσης μια κάποια ανισότητα στη δομή του βιβλίου. Το πρώτο μισό είναι κάπως «μοντέρνα» γραμμένο ακολουθώντας την ζωή του Λέκγουελ ως σκλάβου ερωτικού συντρόφου. Ένα κομμάτι στη μέση του βιβλίου, εκείνο που περιγράφει τις περιπλανήσεις του είναι ελαφρά συγκεχυμένο ως ύφος, αν και αυτό τονίζει τη φάση αναζήτησης (εσωτερικής και εξωτερικής) του ήρωα. Και στο τέλος γυρίζει σε μια καθαρόαιμη «κλασσική» περιπέτεια (εκεί όπου έκανα και τις ιερόσυλες σκέψεις με το Χάουαρντ). Η γραφή είναι τέτοια που σε παρασέρνει, όμως όταν το τελειώσεις και το δεις απ’ έξω, συνειδητοποιείς αμέσως αυτήν την ατέλεια.

Αν πρέπει να συνοψίσω όλα τα παραπάνω με μια φράση, η εκτίμησή μου για το βιβλίο είναι ότι ανήκει στα πέντε καλύτερα ελληνικά βιβλία φαντασίας της σύγχρονης εποχής. Και χαίρομαι όχι μόνο γιατί το διάβασα αλλά και γιατί επιτέλους, όλα όσα λέγαμε παλαιότερα, σχετικά με την άνθιση του ελληνικού φανταστικού, επιτέλους δείχνουν να αποδίδουν τους καρπούς τους. Ελπίζω ο «Λέκγουελ και οι Ξεχασμένοι Θεοί» και είναι μόνο η αρχή. Ελπίζω να ακολουθήσουν κι άλλα τέτοια λογοτεχνήματα. Και λογοτέχνημα όταν λέω, εννοώ την κυριολεξία της λέξης.

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

Ανκόρ: 4ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Επιστημονικής Φαντασίας και Φαντασίας, SFF-Rated

Κι επειδή την είχα προγραμματίσει να αναρτηθεί σήμερα, αλλά τελικά ο Blogger την ανέβασε με ημερομηνία της Παρασκευής, πάρτε και μια συντόμευση για την ανάρτηση που περιγράφει το γεγονός.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Γιατί αδιαφορώ για τη Μέρα της Γυναίκας

Πολλές φορές τα τελευταία τριάντα τέσσερα χρόνια έχω βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να με τραβήξουν δια της βίας σε μια από τις επίσης δια της βίας επιβαλλόμενες φιέστες, που διοργανώνονται κάθε χρόνο στις 8 Μαρτίου για τη Μέρα της Γυναίκας. Φυσικά σπάνια διασκέδασα σε τέτοια γλεντάκια, ήταν όμως μια καλή ευκαιρία να κάνω τις έρευνές μου σχετικά με το και καλά αδύναμο φύλο.

Οι έρευνές μου λοιπόν κατέληξαν στο εξής συμπέρασμα, που εφαρμόζεται και περιλαμβάνει όχι μόνο τις γυναίκες αλλά και τους άντρες: Η Μέρα της Γυναίκας έχει εφευρεθεί για να μπορούμε αμφότεροι να γκρινιάζουμε. Τη μέρα αυτή οι γυναίκες σηκώνουμε απειλιτικά το δάχτυλο και λέμε "θα βγω έξω και τα πιω με τις φίλες μου γιατί στην Αθήνα του Περικλή μάς είχατε σκλάβες, παλιοφαλλοκράτη" κι οι άντρες κουνάνε το κεφάλι τους "τσκ, τσκ, τσκ, ευκαιρία έψαχνες για να με αφήσεις μόνο μου στο σπίτι και να πάρεις τις ρούγες και πάλι χωρίς φαϊ να με αφήσεις, ακαμάτρα".

Πριν με ρίξετε στην πυρά για τον έναν ή τον άλλον λόγο, θα κάνω μια ιστορική αναδρομή. Θα μιλήσω για το ότι η θέση της γυναίκας στην κοινωνία του χτες καθόλου μα καθόλου δε διαφέρει από αυτήν που παρουσιάζεται στα αφιερώματα και στις ρητορικές κορώνες των φεμινιστριών. Ναι, υπήρξαμε σκλάβες. Ναι, καταπιεστήκαμε και εξευτελιστήκαμε και υπήρξαμε res, αντικείμενα, για πολλούς "πολιτισμούς" και πολλές κοινωνίες. Ναι, είμαστε ικανές για τα πάντα και ναι, αυτός που ξεχνάει το παρελθόν του είναι εκείνος που δεν έχει μέλλον.

Όμως, όλα τα παραπάνω δεν στοιχειοθετούν αιτία για να κάνουμε φιέστες. Μια φιέστα όπου ο θυμός για την καταπίεση και τη σκλαβιά (κι όχι η απελευθέρωση από αυτές) γιορτάζεται με κοψίδια και ούζα και επιδείξεις "ανδρικής" συμπεριφοράς, είναι για μένα τουλάχιστον θλιβερή.

Οι φεμινίστριες που έχω συναντήσει στη ζωή μου δε θέλουν να απελευθερωθούν σαν γυναίκες. Όχι. Θέλουν πρώτα και κύρια να συμπεριφέρονται σαν άνδρες. Με τον ίδιο τρόπο που οι Έλληνες λογοτέχνες λίγο μετά την Απελευθέρωση από τους Τούρκους δεν ήθελαν να γράφουν πράγματα ελληνικά, αλλά ήθελαν να μαϊμουδίζουν τους λογοτέχνες της Φραγκιάς. Κι όπως εκείνοι, που μη γνωρίζοντας την τύφλα τους και προσπαθώντας να μιμηθούν έγραφαν για "την αιθέριο ύπαρξην οία κατήρχετο εκ της κλίμακος με το κλειδοκύμβαλον υπό μάλης", έτσι κι οι φεμινίστριες που έχω γνωρίσει, στην προσπάθειά τους να αποδείξουν τη χειραφέτησή τους, συμπεριφέρονται χειρότερα κι από το πλέον σοβινιστικό γουρούνι (για να χρησιμοποιήσω μια δική τους έκφραση).

Όχι, δε θέλω να συμπεριφέρομαι σαν άνδρας. Δεν είμαι άνδρας, πώς να το κάνουμε. Δε θέλω να βλέπω Φόρμουλα Ένα. Δε θέλω να παίζω Pro, ούτε να διαβάζω ανελλιπώς εφημερίδα. Δε θέλω να κάνω σπορ που προϋποθέτουν ξύλο, ούτε και να γίνω ανθρακωρύχος στο Βέλγιο. Δε θέλω να πηγαίνω σε στριπτιτζάδικα, είτε απευθύνονται σε γυναικείο είτε σε αντρικό κοινό. Δε θέλω να έχω έξτρα δύναμη, ούτε και με πολυνοιάζει που εκείνοι δεν έχουν κυτταρίτιδα ή λίπος γύρω από τους γοφούς, και σαφώς δε με ενδιαφέρει να κρύβω τα συναισθήματά μου ή να ξέρω τι σημαίνει όταν ανάβει το λαμπάκι στο καντράν του αυτοκινήτου.

Αντίθετα, θέλω να κλαίω στις αισθηματικές ταινίες, να κάνω shopping therapy και όταν μαγειρεύω ή πλένω πιάτα, ο εραστής μου να μου τσιμπάει τον πισινό. Δε με νοιάζει αν το τσιφτετέλι είναι σεξιστικό ή αν η μίνι φούστα κι οι ζαρτιέρες είναι "εργαλεία των ανδρών για να μας έχουν σκλάβες στις άνομες ορέξεις τους", αφού μ' αρέσει το ένα να το χορεύω και τα άλλα να τα φοράω. Χαίρομαι που ξέρω να κεντάω και να ράβω και λυπάμαι που οι γιαγιάδες μου δεν πρόλαβαν να με μάθουν να πλέκω.

Και τα παραπάνω θέλω πολύ να τα συνδυάσω με άλλα "θέλω". Ας πούμε, το ότι θέλω να βλέπω ποδόσφαιρο. Το ότι θέλω όταν βρίζω να μη με κοιτάνε τριγύρω με φρίκη, την ώρα που τις ίδιες κουβέντες στον διπλανό μου κύριο του τις συγχωρούν. Το ότι θέλω να πληρώνομαι το ίδιο με τον κύριο συνάδελφο, με την προϋπόθεση ότι κάνουμε την ίδια δουλειά κι έχουμε τα ίδια προσόντα. Όταν η μέση μου έχει λυθεί γιατί μ' έπιασαν οι πόνοι της περιόδου, ο σύντροφός μου να κουνάει το χεράκι του και να πλένει τα πιάτα. Εάν και εφόσον το επιθυμήσω να πάρω μέρος στο Παρίσι-Ντακκάρ. Όταν αγοράζω πιτζάμες να μη μου δείχνουν μόνο τις ροζ, αλλά και τις μπλε και τις μουσταρδί. Κι όταν αγοράζω παιχνίδια να μη με ρωτάνε αν είναι για αγοράκι ή για κοριτσάκι.

Γενικά θέλω να γιορτάζω τη Μέρα της Γυναίκας αγκαλιά με το σύντροφό μου, διαλέγοντας μια ταινία μαζί του κι όχι επιβάλλοντάς του εκείνη που θέλω εγώ "γιατί είναι η Μέρα της Γυναίκας, αγαπούλα, και θα μου κάνεις όλα τα χατίρια". Δε θέλω να είμαι καλύτερή του, θέλω απλά να έχω τις ίδιες δυνατότητες κι ευκαιρίες με αυτόν. Δε θέλω να ουρλιάζω μισομεθυσμένη πάνω σε ένα τραπέζι ότι όλοι οι άντρες είναι γουρούνια κι όλες οι γυναίκες πολύ καλύτερές τους. Θέλω απλά και ήσυχα, όπως ακριβώς γίνονται πάντα οι μεγάλες αλλαγές στη νοοτροπία ενός λαού ή ενός ολόκληρου κόσμου, να είμαι ίση με όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους χωρίς να μας καλουπώνει ένα ηλίθιο χρωμόσωμα, είτε αυτό είναι το Χ είτε είναι το Υ.

Και μετά από όλα αυτά, οι πιο επιθετικοί από εσάς θα κοιτάξουν στις ετικέτες της ανάρτησης και θα δουν ότι την έχω ταξινομήσει τόσο ως "μούμπλε-μούμπλε" (γενικές σκέψεις δηλαδή), όσο και και ως "Εκδηλώσου". Ναι και υπάρχει λόγος γι' αυτό. Μπορεί εγώ να μην το θεωρώ σημαντικό ή να μην θέλω να το διαδίδω, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι άλλοι δεν το θεωρούν σημαντικό. Ο κόσμος είναι ελεύθερος να κόψει το λαιμό του αν θεωρεί ότι αυτό τον εκφράζει. Αυτό που θέλω εγώ από τον κόσμο είναι να μην προσπαθεί να με πείσει ότι το να κόβεις το λαιμό σου είναι τρέντυ και μαγκιά.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

4ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Επιστημονικής Φαντασίας και Φαντασίας, SFF-Rated

Από την αφίσα (οι υπογραμμίσεις δικές μου):



SFF-rated

4ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ

Επιστημονικής Φαντασίας & Φανταστικού

Αθήνα 12 – 18 Μαρτίου 2009

Κινηματογράφος ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ – PRINCE FILMCENTER

Λ. Συγγρού 106, Στάση Μετρό ΦΙΞ

Ώρα έναρξης προβολών 17 :30

http://sffrated.wordpress.com/





Όπως και πέρυσι, έτσι και φέτος θα διεξαχθεί στον Κινηματογράφο ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ, Λ. Συγγρού 106, Στάση Μετρό ΦΙΞ τo 4o Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Ταινιών Επιστημονικής Φαντασίας & Φανταστικού SFF-rated, που διοργανώνεται από την Αθηναϊκή Λέσχη Επιστημονικής Φαντασίας (ΑΛΕΦ).

Όμως οι ομοιότητες με τις προηγούμενες διοργανώσεις σταματούν εδώ. Φέτος το SFF-rated θα διαρκέσει μια ολόκληρη εβδομάδα. Για πρώτη χρονιά εξελίσσεται σε φεστιβάλ με πλήρες πρόγραμμα ταινιών μεγάλου μήκους, προβάλλοντας σε αποκλειστική και πρώτη πανελλήνια προβολή 11 πρόσφατες ξένες παραγωγές, οι οποίες αναδεικνύουν το ευρύ φάσμα αισθητικής μέσα στο οποίο κινείται και δημιουργεί ο φανταστικός κινηματογράφος. Oι περισσότερες θα προβληθούν δύο φορές μέσα στο 7ήμερο.

Αναλυτική ενημέρωση για τις ταινίες μεγάλου μήκους που θα προβληθούν (ορισμένες σε μεταμεσονύκτιες προβολές) παρατίθεται στο τέλος του Δελτίου Τύπου. Σημειώνεται ότι φέτος οι ταινίες μεγάλου μήκους εντάσσονται σε Διαγωνιστικό τμήμα, με απονομή Βραβείου Κοινού.

Φυσικά, το ενδιαφέρον για τις ταινίες μικρού μήκους παραμένει. Θα προβληθούν 50 ταινίες μικρού μήκους από 13 χώρες. 25 από αυτές θα αποτελέσουν το Διαγωνιστικό Τμήμα (Σάββατο-Κυριακή) διεκδικώντας το Βραβείο Κοινού, ενώ οι υπόλοιπες 25 θα προβληθούν ομαδοποιημένες σε πέντε θεματικές ενότητες :
-ΒΑΣΑΝΙΣΜΕΝΑ ΤΕΡΑΤΑ, όπου τα θεριά τα βρίσκουν σκούρα,
-ΨΗΦΙΑΚΟΙ ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ, όπου η πραγματικότητα συγκρούεται και συγχωνεύεται με την οθόνη και τον νέο ψηφιακό κόσμο,
-ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ, όπου το παιδί μέσα μας …βγαίνει έξω, με συχνά αναπάντεχα αποτελέσματα,
-ΖΕΥΓΗ & ΝΤΟΥΕΤΑ, όπου η Κόλαση είναι οι Άλλοι, αλλά (σχεδόν) πάντα Υπάρχει Λύση (και λύσσα),
-ΑΝΤΡΕΣ ΜΕ ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥΣ, όπου τα όπλα μιλούν, οι άντρες χαμογελούν, οι άνθρωποι ουρλιάζουν…

Το SFF-rated 2009 συμπληρώνεται από ρετροσπεκτίβα ελληνικών ταινιών μικρού μήκους βραβευμένων με Βραβείο Βαγγέλη Κοτρώνη από το Φεστιβάλ Φανταστικού Κινηματογράφου.

Χορηγοί του φεστιβάλ :

-το περιοδικό κόμικς και επιστημονικής φαντασίας «9»
-η εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
-το αψέντι Xenta Absenta
-αλλά και το malt ουίσκι Glen Grant για τους πιο προσεκτικούς)

Χορηγός επικοινωνίας είναι ο ραδιοφωνικός σταθμός 105,5 FM Στο Κόκκινο. Μείνετε συντονισμένοι

-νέα για το 4ο SFF-rated αναρτώνται στο blogsite του Φεστιβάλ :http://sffrated.wordpress.com/

Για περισσότερες πληροφορίες : Αλέκος Παπαδόπουλος 6945-378680 / alpapad@hol.gr

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΒΟΛΩΝ
Πέμπτη 12 Μαρτίου
17:30:00 DARK SPIRITS (Μεγάλο)
19:15:00 Ψηφιακοί Καθρέφτες (4 Μικρά)
20:30:00 SHADOWLAND (Μεγάλο)
22:30:00 THE DEAD OUTSIDE (Μεγάλο)
24:00:00 YESTERDAY
Παρασκευή και 13 Μαρτίου
17:30:00 THE SHADOW WITHIN (Μεγάλο)
19:15:00 Βασανισμένα Τέρατα (4 Μικρά)
20:30:00 NOBODY Μεγάλο
22:15:00 CHEMICAL WEDDING (Μεγάλο)
24:00:00 BUMBA ATOMIKA
Σάββατο 14 Μαρτίου
17:30:00 Διαγωνιστικό Μικρού Μήκους Ζώνη Ι (5 Μικρά)
19:00:00 Διαγωνιστικό Μικρού Μήκους Ζώνη ΙΙ (7 Μικρά)
20:15:00 A PRINCELY REPRIEVE (Μεγάλο)
22:15:00 WALLED IN (Μεγάλο)
24:00:00 GRACE
Κυριακή 15 Μαρτίου
17:30:00 Ρετροσπεκτίβα Φεστιβάλ Κοτρώνη (Μικρά)
19:30:00 Διαγωνιστικό Μικρού Μήκους Ζώνη ΙΙΙ (7 Μικρά)
21:00:00 Διαγωνιστικό Μικρού Μήκους Ζώνη ΙV (6 Μικρά)
22:45:00 SHADOWLAND (Μεγάλο)
Δευτέρα 16 Μαρτίου
17:30:00 THE DEAD OUTSIDE (Μεγάλο)
19:15:00 Ζεύγη & Ντουέτα (6 Μικρά)
21:15:00 WALLED IN (Μεγάλο)
23:00:00 DARK SPIRITS (Μεγάλο)
Τρίτη 17 Μαρτίου
17:30:00 A PRINCELY REPRIEVE (Μεγάλο)
19:15:00 THE SHADOW WITHIN (Μεγάλο)
21:00:00 CHEMICAL WEDDING (Μεγάλο)
23:00:00 NOBODY (Μεγάλο)
Τετάρτη 18 Μαρτίου

17:30:00 Ακατάλληλα για Ενηλίκους (6 Μικρά)
18:45:00 Άντρες με τα Όπλα τους (5 Μικρά)
20:15:00 GRACE Μεγάλο
21:45:00 Bραβείο Κοινού Μικρού Μήκους & επαναπροβολή
22:15:00 Bραβείο Κοινού Μεγάλου Μήκους & επαναπροβολή


Μεταξύ των προβολών θα γίνονται διαλείμματα





OΙ ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΟΥ SFF-rated 2009





A. ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


1. «ΧΤΙΣΜΕΝΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ» (Walled In) (HΠΑ / ΚΑΝΑΔΑΣ 2008, 91’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Gilles Paquet-Brenner.Παίζουν : Deborah Kara Unger, Cameron Bright, Mischa Barton. H Σαμ Γουόλτσακ αποφοιτά από τη Σχολή Μηχανικών και ο πατέρας της, εργολάβος κατεδαφίσεων, της προσφέρει δύο δώρα για να διαλέξει : ένα ταξίδι στην Ευρώπη – ή συμμετοχή της στην εταιρεία του και την πρώτη της κατεδάφιση χωρίς την επίβλεψή του. Η Σαμ διαλέγει την κατεδάφιση και ταξιδεύει για να βρεθεί στο μοιραίο κτήριο, ένα εντυπωσιακό οικοδόμημα στη μέση του πουθενά φτιαγμένο από τον Μαλεστράζα, έναν αρχιτέκτονα παθιασμένο με την αιγυπτιακή αρχιτεκτονική ο οποίος έχει εξαφανιστεί μυστηριωδώς. Εκεί, η Σαμ θα συναντήσει τους ελάχιστους και παράξενους εναπομείναντες κατοίκους του κτηρίου, αλλά και το σκοτεινό παρελθόν του που είναι θαμμένο στους τοίχους και στους μυστικούς του χώρους, ένα παρελθόν κάποτε νεκρό, κάποτε τρομακτικά ζωντανό… και θα πρέπει να το αντιμετωπίσει, αν θέλει να επιζήσει. Βασισμένο στο best-seller του Γάλλου συγγραφέα Serge Brussolo «Les Emmurés», το “Walled In” είναι μια υποβλητική ταινία για τα ανθρώπινα κτήρια, τη λατρεία μας γι αυτά, και τα σκοτεινά πράγματα που είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε σε άλλους ανθρώπους για χάρη τους… Η Mischa Barton ερμηνεύει άψογα τη νεαρή, άμαθη αλλά δυναμική Σαμ Γουόλτσακ, η Deborah Kara Unger με την αφαιρετική της ερμηνεία δεν αφήνει τον θεατή να καθησυχάσει, ενώ ο Cameron Bright είναι ιδανικός στον ρόλο του προβληματικού εφήβου που εκμεταλλεύεται χωρίς αναστολές τις αδυναμίες των ενηλίκων γύρω του. Η ταινία προβάλλεται σε πρώτη παγκόσμια προβολή. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Σα 14/3 22 :15, Δε 16/3 21 :15.

2. «Ο ΑΛΧΗΜΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΑΛΙΣΤΕΡ ΚΡΟΟΥΛΙ» (Chemical Wedding) (Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ 2008, 101’, Eγχρ.) Σκηνοθεσία : Julian DoyleΠαίζουν : Simon Callow, John Shrapnel. Μια κοινή αμερικανο-βρετανική έρευνα στον χώρο της πληροφορικής, συνδέει τον super-computer Ζ93 με μια υπερσύγχρονη στολή εικονικής πραγματικότητας. Ο Βρετανός επικεφαλής της έρευνας Δρ Βίκτορ Νόυμαν θαυμάζει τον φημισμένο αποκρυφιστή Άλιστερ Κρόουλι, έχει μετατρέψει τις μαγικές τελετές του Θηρίου σε μαθηματικές εξισώσεις και έχει τροφοδοτήσει με αυτές τον Ζ93. Από την άλλη πλευρά, ο Τζόσουα Μάδερς ο αμερικανός επικεφαλής του προγράμματος και σχεδιαστής της virtual reality στολής, έχει εισάγει στον προγραμματισμό της στοιχεία από τα μαθηματικά του χάους αναζητώντας αυξημένες διαδραστικές δυνατότητες. Όταν ο καθηγητής λογοτεχνίας Δρ Χάντο θα μπει στη στολή για το πείραμα που θα ενώσει την Ανίερη Τριάδα «Άνθρωπος – Κομπιούτερ - Εικονική Πραγματικότητα», αφού συνέλθει από την λιποθυμία θα βγει από την στολή αλλαγμένος, ως μια ημιτελής μετενσάρκωση του Κρόουλι και θ’ αρχίσει να ζει σαν τον μέγα αποκρυφιστή σοκάροντας την ακαδημαϊκή και φοιτητική κοινότητα, αλλά και επιδεικνύοντας αυθεντικές μαγικές δυνάμεις... Για να ολοκληρωθεί όμως η αναγέννηση του Κρόουλι, πρέπει να τελεστεί η πιο σκοτεινή – και αιματηρή – τελετή, ο Αλχημικός Γάμος με την Άλικη Γυναίκα. Ο Δρ Μάδερς θα πρέπει να περάσει κι αυτός στην Εικονική Πραγματικότητα αν θέλει να σταματήσει την αρχαία μαγεία του Κρόουλι με τη σύγχρονη μαγεία της επιστήμης, σε μια τελική σύγκρουση όπου η Φυσική συναντά τη Μεταφυσική.Βασισμένη σε ιστορία και σενάριο του Bruce Dickinson, τραγουδιστή του θρυλικού χέβι μέταλ συγκροτήματος Iron Maiden, το «Chemical Wedding» χαρακτηρίζεται από ένα σαρδόνιο ύφος και βάζει την κβαντική φυσική να συναντά τον αποκρυφισμό όχι για να πάρει θέση, αλλά για να θυμίσει ότι «επιστήμη» και «μαγεία» είναι δύο διαφορετικές λέξεις για να περιγράψουν το ίδιο πράγμα – την επιθυμία μας να ελέγξουμε τις δυνάμεις του κόσμου. Ο Σάιμον Κάλοου μας προσφέρει μια απολαυστική ερμηνεία ως Δρ Χάντο / Άλιστερ Κρόουλι, κατορθώνοντας να κρατά στην επιφάνεια όλες τις αντιφατικές πτυχές μιας προσωπικότητας που ακόμη και σήμερα γοητεύει, ενώ η φωτογραφία της ταινίας επιλέγει έντονα και βαθειά χρώματα, μεταφέροντας ταυτόχρονα ένα χαρακτηριστικό βρετανικό περιβάλλον αλλά και την ένταση που διατρέχει την ταινία καθώς ο Κρόουλι δίνει την τελευταία μάχη με τον μεγάλο του αντίπαλο, τον Χρόνο… Η ταινία, σεβόμενη τον κεντρικό υπαρκτό χαρακτήρα, έχει λεξιλόγιο και σκηνές αυστηρώς ακατάλληλες. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πα 13/3 22 :15, Τρ 17/3 21 :00.

3. «ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΚΑΝΕΝΑΣ» (Nobody) (KANAΔΑΣ 2007, 88’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Shawn LindenΠαίζουν : Costas Mandylor, Ed O’Ross. Ένας επαγγελματίας δολοφόνος στη δεκαετία του ’50 (Costas Mandylor) έχει προσληφθεί από τον σκληροτράχηλο γκάνγκστερ Ρόλο (Ed O’ Ross) για ένα συμβόλαιο θανάτου. Η συμφωνία αρχίζει και χαλάει όταν ο Ρόλο ζητά αποδείξεις ότι ο στόχος είναι νεκρός, κι ο δολοφόνος ανακαλύπτει ότι το θύμα του είναι ακόμη ζωντανό, ενώ του επιτίθεται κάποιος που δείχνει να γνωρίζει εκ των προτέρων την κάθε του κίνηση…Το «Nobody» του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη Shawn Linden έχει συσσωρεύσει πολυάριθμα βραβεία καλύτερης ταινίας / σκηνοθεσίας ανά τον κόσμο, και όχι άδικα : το κλίμα της ταινίας, ένα σιωπηλό παρά τους διαλόγους, βασανιστικά έντονο νουάρ συνδυάζεται τόσο με την ελευθερία που προσφέρουν οι μυθοπλαστικές δυνατότητες του Φανταστικού, όσο και με εξαιρετικές ερμηνείες από τον Ελληνο-αυστραλό ηθοποιό Costas Mandylor και τον επιβλητικό Ed O’ Ross (Lethal Weapon, Full Metal Jacket), για ένα συνολικό αποτέλεσμα που ελκύει τον θεατή με τον ίδιο τρόπο που ο παράλογος αλλά και απτός φαύλος χρονικός κύκλος που ζουν οι ήρωες παγιδεύει αυτούς. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πα 13/3 20 :30, Τρ 17/3 23 :00.

4. «ΑΠΟ ΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΣΚΙΩΝ» (Shadowland) (ΗΠΑ 2008, 98’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Wyatt WeedΠαίζουν : Caitlin McIntosh, Carlos Antonio Leon, Jason Contini. Ποια είναι η Λώρα; Γιατί βγαίνει μέσα από τις εκσκαφές κοντά σε μια παλιά εκκλησία; Είναι νεκρή; Zωντανή; Και τα δύο; Kαι ποιος είναι ο Τζούλιαν ο οποίος, καθοδηγούμενος από έναν ιερωμένο, την αναζητά χρησιμοποιώντας απόκρυφα εργαλεία και όπλα; Kαι με ποιο σκοπό την αναζητά; Να την σώσει ή να την σκοτώσει; Από τι; Γιατί;To «Shadowland» προσφέρει μια εντελώς νέα οπτική στο μύθο των βρικολάκων, βάζοντας στο κέντρο μια νέα γυναίκα που ξαφνικά βρίσκεται σε ένα εντελώς άγνωστο περιβάλλον, έχοντας αμνησία και μη-έχοντας ο,τιδήποτε άλλο ώστε να επιζήσει, να καταλάβει που βρίσκεται και να αντιμετωπίσει – ή να συνεργαστεί - με αυτούς που την κυνηγούν.Καθώς η ταινία συμπληρώνει σταδιακά τα κομμάτια του παζλ για τα όσα έχουν συμβεί στο μακρινό παρελθόν, παράλληλα κινηματογραφεί τη σταδιακή συνειδητοποίηση της ηρωίδας και την όλο και περισσότερο ενεργητική στάση της απέναντι σε αυτά που οι άλλοι θα ήθελαν να της συμβούν. Διότι το «Shadowland» πάνω απ’ όλα είναι η πιο αναπάντεχη ιστορία γυναικείας χειραφέτησης που έχετε δει εδώ και πολλά χρόνια. Η ταινία προβάλλεται σε πρώτη ευρωπαϊκή προβολή. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πε 12/3 20 :30, Κυ 15/3 22 :45.

5. «ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΖΩΗΣ» (A Princely Reprieve) (ΟΥΓΓΑΡΙΑ 2005, 100’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Piter TimarΠαίζουν : Gabriella Szabó, Zsolt László. Η Alida, γνωστή προσωπικότητα του θεάματος πέφτει θύμα εγκληματικής ενέργειας και σκοτώνεται. Ο Πρίγκιπας του Σκότους όμως της κάνει την ακόλουθη πρόταση : θα επιστρέψει στη Γη και θα ζει ξανά και ξανά ένα λεπτό χρόνου – κι αν κατορθώσει να πείσει κάποιον άλλο να πεθάνει στη θέση της, η ίδια θα συνεχίσει τη ζωή της.Με αυτό το απλό τέχνασμα ο σκηνοθέτης Piter Timar δίνει μια άλλη διάσταση τόσο στις απονεκρωμένες προσωπικές σχέσεις, όσο και στο κυνήγι του χρόνου – εδώ ο χρόνος περνά και η ηρωίδα καταλαβαίνει πολύ καλά ότι γλυστρά μέσα από τα χέρια της, καθώς συνεχώς αποτυγχάνει να πείσει κάποιον να πεθάνει για χάρη της, όχι τόσο διότι ο άλλος αρνείται όσο διότι η ίδια αδυνατεί να εκφράσει αυτό που πρέπει να εκφράσει μέσα σε εξήντα δευτερόλεπτα – ή και στα επόμενα και μεθεπόμενα εξήντα, αφού η συμφωνία με τον Πρίγκιπα δεν της απαγορεύει να προσπαθεί εκ νέου να πείσει τον ίδιο άνθρωπο.Με την οικεία, φυσιολογική σαν ανάσα κινηματογραφική προσέγγιση του σινεμά της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και τρεις μαύρους καβαλάρηδες (εισπράκτορες ψυχών) να εμφανίζονται από το πουθενά κρατώντας θανατηφόρα ακόντια και προσδίδοντας στην ταινία ακριβώς τη δόση σασπένς που χρειάζεται, το «Α Princely Reprieve» συνδυάζει θαυμάσια φιλοσοφικές ανησυχίες, υπαρξιακούς προβληματισμούς, ψυχολογικούς λαβύρινθους και φανταστικές λύσεις. Διότι στο τέλος, η λύση του δράματος της Alida επέρχεται – μ’ έναν τρόπο που ούτε κι ο ίδιος ο Πρίγκιπας του Σκότους μπορούσε να φανταστεί. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Σα 14/3 20 :15, Τρ 17/3 17 :30.

6. «ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΕΚΕΙ ΕΞΩ» (The Dead Outside) (M. ΒΡΕΤΑΝΙΑ 2008, 89’, Έγχρ.)Σκηνοθεσία : Kerry Anne Mullaney Παίζουν : Alton Milne, Sandra Louise Douglas, Sharon Osdin. Έξι μήνες μετά το ξέσπασμα μιας θανάσιμης επιδημίας ιού, και ενός αποτυχημένου προγράμματος εμβολιασμού που αντί να προστατεύσει μετέτρεψε το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού σε φορείς του ιού, ο Ντάνιελ αφήνει πίσω του τα ερείπια της προηγούμενης ζωής του και προσπαθεί για μια νέα αρχή. Θα φτάσει όσο μακριά του επιτρέπει το ντεπόζιτο βενζίνης, σε μια απομονωμένη φάρμα στην Σκωτία, κι εκεί θα συναντήσει μια 16χρονη κοπέλα που δείχνει να έχει κάποιου είδους ανοσία στην αρρώστια – αλλά και στα ανθρώπινα συναισθήματα. Γυρισμένο μέσα σε δύο εβδομάδες στους παγωμένους λόφους της Σκωτίας, το «The Dead Outside» βασίζεται όχι στην πρωτοτυπία του θέματος ή τα αινίγματα του σεναρίου, αλλά σε μια γυμνή ματιά που λεπτό προς λεπτό χώνεται κάτω από το δέρμα και προκαλεί ανατριχίλα, κινηματογραφώντας το βάρος της επιβίωσης όταν δεν έχει απομείνει καμιά προσδοκία και καμία ελπίδα. Κι όταν κάτι εμφανίζεται που σου επιτρέπει να ελπίζεις ξανά, ίσως τότε δεν θα ήθελες να δεις το θηρίο να σε κοιτά μέσα από τον καθρέφτη. Η κάμερα στο χέρι ξέρει να προκαλεί ένταση χωρίς να φέρνει ζαλάδα, ενώ η ανάπτυξη των χαρακτήρων και των σχέσεων μέσα από τους λιτούς διαλόγους είναι υποδειγματική. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πε 12/3 22 :30, Δε 16/3 17 :30.

7. «H ΕΣΩΤΕΡΗ ΣΚΙΑ» (The Shadow Within) (ΙΤΑΛΙΑ 2007, 90’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Silvana Zancolo Παίζουν : Beth Winslet, Hayley Williams, Laurence Belcher. Η Μαρία ζει απομονωμένη με τον γιο της Μωρίς, ένα εννιάχρονο αγόρι. Ο δίδυμος αδερφός του Μωρίς, Ζακ, πέθανε στη γέννα, κάτι που έχει κάνει τον Μωρίς δίαυλο επικοινωνίας με τα πνεύματα των νεκρών. Η Μαρία δεν έχει ξεπεράσει το θάνατο του Ζακ και όταν γνωρίζει την Μαντάμ Αρμάν, ένα μέντιουμ που έχει προσελκύσει γύρω της και άλλες γυναίκες που έχουν χάσει πρόωρα τα παιδιά τους, θα πρέπει να διαλέξει αν θα προστατεύσει το ζωντανό γιο της ή αν θα προσπαθήσει να σμίξει με τον νεκρό αδερφό του…Το «The Shadow Within», με μια ανησυχητική ερμηνεία από την Beth Winslet (της γνωστής οικογενείας ηθοποιών), είναι ταυτόχρονα μια φροντισμένη ταινία εποχής, όσο και μια σκληρή ματιά στην χρησιμοποίηση των παιδιών ως εργαλείων εγωκεντρικής ικανοποίησης ενήλικων επιθυμιών ή κατασίγασης ενήλικων ενοχών… Υπάρχουν και πρόσωπα στην ταινία τα οποία νοιάζονται για τον Μωρίς και θα προσπαθήσουν να τον προφυλάξουν από τους κινδύνους του κόσμου των νεκρών – αλλά δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς για το πώς θα αντιδρούσαν αν η ενοχή, και το ζωντανό παιδί, ήταν δικά τους… ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πα 13/3 17 :30, Τρ 17/3 19 :15.

8. «ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ» (Dark Spirits) (ΤΣΕΧΙΑ / Μ.ΒΡΕΤΑΝΙΑ 2008, 100’, Έγχρ.)Σκηνοθεσία : Huck Keppler Παίζουν : Jan Budar, Lucia Sipisova, Marko Igonda. H Εύα βλέπει έναν άσχημο εφιάλτη που αφορά την αδερφή της Τερέζα, και ακολούθως μαθαίνει ότι η Τερέζα δολοφονήθηκε. Ακολουθεί τον σύντροφό της Γιαν στην Πράγα, όπου σταδιακά, το Σκοτεινό Πνεύμα που μπορεί να ευθύνεται για τη δολοφονία της αδελφής της, πλησιάζει αυτήν και τους γύρω της όλο και περισσότερο…Γυρισμένο εξ ολοκλήρου στην Πράγα, το «Dark Spirits» αναστατώνει τον μύθο του κακού πνεύματος, καθώς κινηματογραφεί με τέχνη και υπομονή την προσπάθεια της ηρωίδας να μην αφήσει αυτή την παραφυσική απειλή να διαλύσει την ομαλή και μάλλον ικανοποιητική ζωή της, όχι όμως αγωνιζόμενη εναντίον της αλλά αντιθέτως αρνούμενη να την κάνει το κέντρο της προσοχής και της δράσης της. Το «Dark Spirits» με τη σειρά του αρνείται ν’ ακολουθήσει τη συνταγή που θέλει μια ταινία πνευμάτων / φαντασμάτων να μετατρέπεται μετά το πρώτο 15λεπτο σε ένα σαρωτικό θρίλερ αγωνίας, κινδύνου, αγώνα και εντυπωσιακών εφέ, αλλά παρουσιάζει την ύπουλη προσέγγιση του σκότους σ’ ένα φωτεινό πρόσωπο με τρόπο που να μην διαταράσσει παρά πρόσκαιρα τη γαλήνη του, μέχρις ότου να είναι, ίσως, πολύ αργά – για το φωτεινό πρόσωπο. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πε 12/3 17 :30, Δε 16/3 23 :00.



Β. ΤΑΙΝΙΕΣ ΕΚΤΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΥ (ΜΕΤΑΜΕΣΟΝΥΚΤΙΕΣ)



1. «ΚΟΚΚΙΝΑ ΧΕΙΛΑΚΙΑ» (Grace) (ΗΠΑ 2008, 85’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Paul Solet Παίζουν : Jordan Ladd, Samantha Ferris, Gabrielle Rose. H Μάντελιν Μάθεσον (Jordan Ladd) είναι οκτώ μηνών έγκυος και αποφασισμένη να γεννήσει στο σπίτι της με τη βοήθεια μαίας παρά την πίεση που δέχεται από την πεθερά της. Ένα τραγικό ατύχημα λίγες ημέρες πριν τη γέννα κόβει το νήμα της ζωής του εμβρύου μέσα της. Όμως η Μάντελιν επιμένει να γεννήσει το παιδί της στην ώρα του… και ω του θαύματος, το παιδί ζωντανεύει - μόνο που σύντομα η μητέρα θα διαπιστώσει ότι κάτι πολύ κακό συμβαίνει με το μωρό της, και η ίδια θα πρέπει να κάνει ανομολόγητες θυσίες για να το κρατήσει ζωντανό…Στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο σε ταινία μεγάλου μήκους (και σε δικό του σενάριο), ο Paul Solet μιαίνει ένα από τα ιερά θεμέλια του πολιτισμού – τη μητρική αγάπη – και σε συνδυασμό με μια λεπτοδουλεμένη τεχνική κινηματογράφησης μας προσφέρει μια ταινία όπου ο τρόμος βιώνεται όχι ως εκ του ασφαλούς νοσηρή απόλαυση, αλλά ως φρικιαστικό συναίσθημα που διαταράσσει αυτούς που τον αισθάνονται… όπως δηλαδή λειτουργεί ο τρόμος στην πραγματική ζωή. Μια ταινία με τη σκοτεινή δύναμη να μην ξεχάσεις ποτέ ότι την είδες.Η πρώτη παγκόσμια προβολή του «Grace» στο Sundance Festival στο τέλος Ιανουαρίου, άφησε πίσω της δύο λιποθυμίες. Παρακαλούμε τις έγκυες κυρίες αλλά και κάθε θεατή στον οποίο πιθανώς οι έντονες συγκινήσεις να δημιουργούν άμεσο κίνδυνο για την υγεία του, να το σκεφτούν ξανά πριν προσέλθουν στην αίθουσα. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Σα 14/3 24 :00, Τε 18/3 20 :15.

2. «ΜΕΘΥΣΜΕΝΗ ΒΟΜΒΑ» (Bumba Atomika) (ΙΤΑΛΙΑ 2008, 100’, Έγχρ.) Σκηνοθεσία : Μichele Senesi Παίζουν : Davide Rotondo, Erika Ferranti, Francesco Massaccesi, Giovanni Salici. Τρία αγόρια και ένα κορίτσι, αναζητώντας χαρτζιλίκι για να μπορούν να πληρώνουν τις τεράστιες ποσότητες κρασιού που τους αρέσει να καταναλώνουν, θα ανακαλύψουν ότι η ζήτηση για ανθρώπινα πτώματα ξεπερνά κατά πολύ τις σχετικές ανάγκες της ιατρικής έρευνας και εκπαίδευσης… και θα μπουν στον πειρασμό να αναπτύξουν μια νέα αγορά προκειμένου να καλύψουν ως προμηθευτές και Νέοι Επιχειρηματίες τις ειδικές αυτές καταναλωτικές ανάγκες και επιθυμίες των συμπολιτών τους…Σε σενάριο του ιδίου του σκηνοθέτη, τόσο θανάσιμα απλό όσο και οι δυνάμεις της αγοράς, γεμάτο με έξυπνα κινηματογραφικά τρικ κι έναν δαιμονισμένο ρυθμό, το «Bumba Atomika» δεν είναι μία ακόμη Ιταλική ταινία σπλάτερ – είναι καρπός μεθυσμένου έρωτα ανάμεσα στο Κουρδιστό Πορτοκάλι και το Pulp Fiction για μια γενιά που ίσως δεν γνωρίζει κανένα από τα δύο φιλμ, αλλά τα ζει παρ’ όλα αυτά. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πα 13/3 24 :00.

3. «ΗΜΑΣΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ» (Yesterday) (ΚΑΝΑΔΑΣ 2008, 99’, Έγχρ.)Σκηνοθεσία : Robert Grant Παίζουν : Michael Fenske, Scott Wallis, Graham Wardle. Mια άγνωστη επιδημία ξεσπά σε μια επαρχιακή πόλη μετατρέποντας τους ανθρώπους σε ζόμπι. Έξι άτομα, αφού επιζήσουν όσο καλύτερα για τους ίδιους και χειρότερα για τους άλλους μπορούν, θα αναγκαστούν να συμμαχήσουν για να δραπετεύσουν από την πόλη… κινδυνεύοντας περισσότερο από τις συγκρούσεις μεταξύ τους παρά από τους νεκροζώντανους που τους απειλούν. Η ταινία «Υesterday» ξεκίνησε σαν μια ερασιτεχνική προσπάθεια (αλλά με θράσος, μιας και γυρίστηκε σε φιλμ) άσκησης γραφής και ύφους πάνω σε έναν κλισέ μύθο, αλλά όπως συχνά συμβαίνει με τα χειροποίητα προϊόντα πολιτισμού που χαρακτηρίζονται από πηγαία έμπνευση, κατέληξε να αναζωογονήσει τον μύθο : στο «Yesterday» τα μεν ζόμπι χαίρονται την ύπαρξη και το είναι τους, χωρίς να μετατρέπονται σε καρικατούρα από κωμωδία τρόμου αλλά με μια άγρια χαρά που υπενθυμίζει ότι κάθε μορφή ζωής καταναλώνει, γλείφοντας τα χείλη της, κάποιες άλλες για να επιβιώσει… οι δε άνθρωποι βρίσκουν σε μια τέτοια ασύμμετρη απειλή το καλύτερο πρόσχημα που θα μπορούσε να τους προσφερθεί για να απαλλαγούν από τον πολιτισμό και τις αξίες του. Η ταινία προβάλλεται σε πρώτη ευρωπαϊκή προβολή. ΠΡΟΒΟΛΕΣ : Πε 12/3 24 :00.

Ανάγνωση διηγήματος Χ. Καρακούδα

Το δελτίο τύπου της ΑΛΕΦ λέει:

Η ΑΛΕΦ σάς καλεί την Κυριακή 8 Μαρτίου στις 19:30 σε ανάγνωση διηγήματος του μέλους μας Χέντβιγκ Καρακούδα. Η συγκέντρωση θα γίνει σε ένα νέο καφέ-βιβλιοπωλείο, το ΈΝΑΣΤΡΟΝ, Σόλωνος 101 (τηλ. 2103828161). Είναι μια καινούργια, ωραία αίθουσα, που αξίζει να εγκαινιαστεί με αυτόν τον τρόπο. Λόγω του ότι η ημερομηνία συμπίπτει με την ημέρα της γυναίκας, η επιλογή του διηγήματος από γυναίκα συγγραφέα, με τον τίτλο "Ένας καλός γάμος", άπτεται του θέματος των φύλων, του γάμου και της οικογένειας. Το διήγημα είχε παρουσιαστεί στο 12ο εργαστήριο της ΑΛΕΦ το Νοέμβριο.

Εγώ λέω:

Ακόμη κι αν δε σας ενδιαφέρει να γνωρίσετε ένα νέο χώρο τέχνης, ακόμη κι αν αδιαφορείτε για τη μέρα της γυναίκας (εγώ ανήκω σε αυτήν την κατηγορία και θα τα πούμε την Κυριακή για τα τι και τα πώς), αξίζει τον κόπο να παραβρεθείτε σε αυτήν την εκδήλωση, μόνο και μόνο για να κάνετε τη γνωριμία της Χέντβιγκ, είτε αυτή είναι συγγραφική, είτε προσωπική. Σπάνια θα συναντήσει κανείς την ευγένεια και τη γλυκύτητα συνδυασμένες με τέτοιον τρόπο σε έναν άνθρωπο κι η προοπτική να ακούσω ένα διήγημα στο οποίο θα έχουν στραγγίξει οι δυο αυτές ιδιότητες με κάνει απλά ανυπόμονη να έρθει η μέρα.