Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2008

Καταπίνοντας ό,τι μου σερβίρουν

Είπα ό,τι για μια φορά στη ζωή μου δε θα καταπιω αυτό που μου σερβίρουν.

Και να που δεν το καταπίνω.

Διάβασα πρόσφατα μια συλλογή διηγημάτων νέων συγγραφεών, που δεν έχουν εκδόσει ποτέ κάποιο κείμενό τους. Είναι ελπιδοφόρο, είναι πολύ καλή κίνηση εκ με΄ρους των εκδοτων, κλπ, κλπ, κλπ.

Αλλά είναι κακά κείμενα!

Σπάνια βάζω τον εαυτό μου στη ζυγαριά με άλλους συγγραφείς, ειδικά εφόσον εγώ περιφέρομαι στο φανταστικό, ένα χώρο που δεν απασχολεί πολλούς. Αλλά εδώ τραβούσα τα μαλλιά μου. Δεν ήταν μόνο που οι ιστορίες -τουλάχιστον κάποιες από αυτές- ήταν κακογραμμένες, με κάκιστες τεχνικές και χωρίς σκοπό. Αλλάγες οπτικής γωνίας στη μέση της αφήγησης, κείμενα του στυλ "κάθομαι μπροστά στον καθρέφτη μου και γράφω ό,τι βλέπω", ιστορίες που δεν αφορούν την ελληνική πραγματικότητα ή που θα μπορούσαν, αλλά οι ήρωες έχουν ξένα ονόματα κι άλλα τέτοια φαιδρά.

Πολλές φορές αναρωτήθηκα ποια είναι η συγγραφική μου αξία. Πόσο πιάνω στο χρηματηστήριο των γραφιάδων. Πάντα πίστευα ότι με άριστα το δέκα είμαι περίπου στο τρία ή το τέσσερα. Μετά από αυτό το βιβλίο όμως... Πραγματικά, αν αυτά τα κείμενα επιλέχθηκαν ανάμεσα σε δεκάδες άλλα, αν αυτά τα κείμενα βαθμολογούνται με εφτά ή οχτώ στα δέκα, τότε εγώ αξίζω τουλάχιστον για εννιά.

Και αυτό το λέω με γνώση των συνεπειών του νόμου. Αρνούμαι να καταπιώ ότι αυτά τα κείμενα είναι πιο αξιόλογα από τα δικά μου, μόνο και μόνο γιατί δεν άπτονται της θεματολογίας του φανταστικού.

Και για όσους αναρωτιούνται, δε θα κάνω το λάθος να αναφέρω το βιβλίο ή τον εκδότη. Δεν έχει και νόημα άλλωστε. Καλύτερα, αν πέσετε πάνω του, να το διαβάσετε χωρίς προκατάληψη. Άλλωστε ένα κακό βιβλίο δεν είναι για όλους κακό.

6 comments:

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ είπε...

Δεν ξέρεις, Ναρουάλις, πόσο τρελαίνομαι με αυτά τα "ελπιδοφόρο", "καλή κίνηση εκ μέρους των εκδοτών", "ευκαιρία για τους νέους" κλπ. Αλίμονο, αναρωτιέμαι, αυτό είναι όλο; Να δίνεται ευκαιρία στους ατάλαντους; Κάποιοι μου λένε "Είναι λογικό να τσαντίζεσαι, επειδή εκείνοι κατάφεραν να εκδοθούν, ενώ εσύ όχι." Και υπονοούν ότι δεν προσπαθησα αρκετά, ενώ εγώ, πίσω από το σχόλιό τους, καταλαβαίνω ότι δεν πρόβαλα αρκετά τον εαυτό μου, δεν έγλειψα, δεν "έκατσα" σε εκδοτικούς παράγοντες, κριτικούς, μεγαλόσχημους συναδέλφους-μέλη κριτικής επιτροπής διαγωνισμών κλπ.

Αλλά μετά ηρεμώ, όταν σκέφτομαι ότι ο λόγος για τον οποίο γράφω δεν είναι να εκδοθώ, η δύναμη που με ωθεί να γράφω δεν είναι για να ξεχωρίσω από τους άλλους, να διακριθώ κάπου, επειδή π.χ. η φύση δε με προίκισε με σώμα πρωταθλητή του δέκαθλου ή με την ομορφιά του Άδωνι. Και τότε ο ένας που θα μου πει "Μου άρεσε το κείμενό σου, θέλω να διαβάσω κι άλλα" νιώθω ότι με καταλαβαίνει, ή ότι προσπαθεί να με καταλάβει, ή τουλάχιστον προσπαθεί να καταλάβει κάτι άλλο, πέρα από όσα του σερβίρουν. Και τέτοιον αναγνώστη θέλω, όχι από κείνους που ψηφίζουν μέσω SMS ως best-sellers βιβλία που δεν αντέχουν να τους ρίξουν δεύτερη ματιά ούτε οι ίδιοι οι συγγραφείς τους.

Εις εμοί μύριοι, εάν άριστος ήι.

Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη είπε...

Το θέμα, Παναγιώτη, είναι ότι αυτό το βιβλίο αποτελείται από τους νικητές ενός διαγωνισμού, με κριτική επιτροπή και όλα τα παραφερνάλια. Αν μια κριτική επιτροπή λογοτεχνίας την οποία εμπιστεύεται ο τάδε εκδοτικός οίκος -αρκετά μεγάλος να τονίσω- έχει τόσο κακό γούστο, ε, αυτό είναι που με τρελαίνει. Κι επίσης το ότι εκτιμάται το πλέον ανόητο και ανούσιο για τη λογοτεχνία πράγμα του κόσμου -άποψή μου βέβαια-: το να κοιτιέσαι στον καθρέφτη και να γράφεις αυτά που βλέπεις. Απλά με βγάζει από τα ρούχα μου αυτό.

Εννοείται ότι τα λόγια σου είναι και δικές μου πεποιθήσεις, αν και εγώ ανήκω στην προνομιούχα πλευρά εκείνων που έχουν ήδη εκδόσει κάτι. Το πώς εξέδωσα το βιβλίο μου και κάνα-δυο μικρές ιστορίες μου, ε, αυτό είναι μεγάλη ιστορία.

Γιάννης Πλιώτας είπε...

Αν και πιστεύω ότι ένας συγγραφέας πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν κάνει αρνητική κριτική σε συναδέλφους, επειδή εμπιστεύομαι την κρίση της Ευθυμίας θα ήθελα να μας πει ποια έκδοση είναι.
Έτσι για την ιστορία.

Ευθυμία Ε. Δεσποτάκη είπε...

Δε θέλω να το κάνω, ακριβώς γι' αυτό το λόγο, Γιάννη. Το πρόβλημά μου δεν είναι οι ίδιοι οι συγγραφείς, που στο κάτω-κάτω της γραφής ως εκεί φτάνει η πένα τους. Το πρόβλημά μου είναι οι κριτές, οι ανθολόγοι κι όλοι οι δήθεν επαείοντες (και συγχωρέστε μου την κακή ορθογραφία).

Κι επειδή ίσως το παρατράβηξα, δεν είναι όλο το βιβλίο για πέταμα. Αλλά η πλειοψηφία των ιστορίων δε μου άφησαν τίποτε απολύτως, ούτε καν εκείνη την επίγευση που σου αφήει ένα βιβλίο, όταν φτάσεις στην τελευταία σελίδα και το κρατήσεις λίγο στα χέρια σου κλειστό, για να κατασταλάξει η μαγεία του μέσα σου. Μια ανθολογία από κενές ιστορίες. Ίσως να σώζωνται δύο ή τρεις. Αλλά όχι περισσότερες.

Kostas Skiadas είπε...

Τήν γνώμη σας επάνω στό συγκεκριμένο ζήτημα τήν θεωρώ σωστή, όπως επίσης θά θεωρήσω σωστή καί οποιαδήποτε άλλη άποψη ή οποία θά είναι εντελώς διαφορετική από τήν δική σας. Τό λέω αυτό διότι είναι αδύνατον νά υπάρξει κάποιο μέτρο πού νά καθορίζει επακριβώς τί είναι ωραίο καί τί όχι. Επομένως όσες γνώμες καί άν ακουσθούν επάνω στό θέμα πού αναφερθήκατε θά πρέπει κατά κάποιον τρόπο νά θεωρηθούν σωστές. Στό κείμενό μου Η ΔΥΝΑΜΙΣ ΚΑΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ μιλάω σχετικώς. Καλή σας μέρα.

nihilio είπε...

1) Μιλάμε για διαγωνισμό και αποτελέσματα. ’ρα είναι πολύ πιθανό τα χαλια να ήταν ότι καλύτερο τους είχαν στείλει...

2) Αλλα τα ματια του λαγού αλλα της κουκουβάγιας. Μπορεί εσύ να μην καταλαβαίνεις τη βαθύτερη λογοτεχνική αξια του να κοιτάζεσαι στο καθρέφτη και να γραφεις τι βλέπεις (δεν άντεξα να μη γίνω σαρκαστικός)

3) μπορεί η επιτροπή να θεωρεί αυτό καλή λογοτεχνία, το ποσο μακριά από τα συνηθισμένα είναι.

4) Γιατί, όσοι εκδίδονται κανονικά είναι καλύτεροι?

5) Όλα τα παραπάνω

Προσωπικά νομίζω ότι αυτό που λες είναι τα όσα πάνε στραβά με τη σύγχρονη λογοτεχνία (και ιδίως την ελληνική): Κείμενα που δεν αφορούν πραγματικά κανένα, άντε ίσως 3-4 κουλτουριάρηδες κριτικούς που για κάποιο λόγο πιστεύουν ότι η καλή λογοτεχνία είναι αυτή που δε διαβάζεται με καμια δύναμη.